Τετάρτη 23 Ιουνίου 2021

Οι Κεντήστρες της Βαλύρας

Αφιερωμένο στον καθ. Ιωάννη Λύρα , που τίμησε με το λαογραφικό του αρχείο και την αστείρευτη  μνήμη του τις χρυσοχέρες της Βαλύρας

Θερμές ευχαριστίες στην κα Κατερίνα Λάγιου-Κόνιαρη, που επανέφερε στη μνήμη μου τις κεντήστρες της Βαλύρας.

Ένα απόγευμα του Καλοκαιριού, το σωτήριον έτος 1966, σε ηλικία 8 ετών, με πήρε η μητέρα μου

από το χέρι και κατηφορίσαμε το δρόμο από το Μπιζάνι, μέχρι το σπίτι της Μαρίας Φειδά, που έμενε μετον άντρα της και τρία από τα εφτά τους παιδιά, γιατί τα άλλα είχαν μεταναστεύσει στον Καναδά, κοντάστον ιερό ναό του Αγίου Αθανασίου. Ανάμεσα στις τέσσερις όμορφες και προκομμένες κόρες τηςΜαρίας, τη Παναγιώτα, τη Μάρθα, την Ελένη και την Ολυμπία, διακρινόταν η Μάρθα, που ήταν πλήρως καταρτισμένη στο κέντημα με ραπτομηχανή και εργαζόταν επαγγελματικά στο ισόγειο του σπιτιού τους.

Κι ενώ η ακούραστη Μαρία, που κούτσαινε λιγάκι ,έβγαζε τα κατσικάκια της για βοσκή, η ραπτομηχανή έπαιρνε φωτιά ,όταν έρχονταν οι παραγγελίες από τις γυναίκες του χωριού, τους υποψήφιους για γάμο, τις βαπτίσεις και τις κοπελιές που μάζευαν τα προικιά τους. Η Μάρθα αν και ήταν εκ φύσεως λίγο μελαγχολική, χαμογελούσε μετρώντας τα λόγια της , ολοκλήρωνε την εργασία της με τη μέγιστη ακρίβεια και παρέδιδε τον κεντημένο στόλο, όσο μπορούσε στην ώρα του.

-Πού θα πάμε μαμά; Ρώτησα.

-Στη Μάρθα του Φειδά, να μας δείξει ωραία σχέδια για κέντημα. Είπε ο μπαμπάς ότι τώρα που τελείωσες τη Δευτέρα Δημοτικού, πρέπει να βγαίνεις έξω και να βλέπεις διάφορα πράγματα, να μαθαίνεις και οικοκυρικά, για να έχεις πολλές ιδέες και να γράφεις καλές εκθέσεις στο σχολείο.

-Μαμά, να πάρω και το πουλάκι που κέντησα να το δείξω στη Μάρθα;

-Πάρε το να το δει , είπε η μητέρα μου χαμογελώντας.

Η ώρα ήταν έξι παρά τέταρτο, η ζέστη είχε αρχίσει να ελαττώνεται, αλλά ο Ήλιος δεν έλεγε να κατέβει, ήταν νωρίς ακόμη. Η μητέρα μου χτύπησε τη παλιά και ασβεστωμένη ξύλινη εξώπορτα και περιμέναμε. Η Μάρθα άργησε λίγο να ανοίξει, γιατί εργαζόταν από τα ξημερώματα και είχε ξαπλώσει.

Ξάπλωνε τρεις με πέντε, τις ώρες της κοινής ησυχίας, που δεν μπορούσε να ράψει, κι όταν δεν ξεκουραζόταν ήταν γιατί κεντούσε πάνω σε λεπτό εταμίν, με δύο κλωστές μουλινέ ντεμισέ, υπέροχα σχέδια, παραγγελίες των κοριτσιών του χωριού, αλλά και της μητέρας μου. Εκείνη τη μέρα την πήρε ούπνος και μας άνοιξε αγουροξυπνημένη. Μας υποδέχτηκε με χαμόγελο, κρατώντας ένα λευκό τραπεζομάντιλο για νεόνυμφους, που το προετοίμαζε για να του κεντήσει το αζούρ στη ραπτομηχανή,

στη περιφέρεια του υφάσματος. Πάνω σε ένα μπαούλο και σ ένα χοντρό σχοινί ,στερεωμένο στο τοίχο, ήταν απλωμένα και φρεσκοσιδερωμένα έτοιμα καρέ, σεμέν, μαξιλαράκια, και τραπεζομάντιλα για παράδοση. Υπήρχαν και δύο σεντόνια με ασορτί κέντημα στα μαξιλάρια, για ένα ζευγάρι ,που επρόκειτο να παντρευτεί την ερχόμενη Κυριακή. Παρατήρησα ότι η Μάρθα δεν καθόταν σε αναπαυτική καρέκλα, αλλά σε μία ξύλινη με ψάθα στο κάθισμα, όπως αυτές στα καφενεία του χωριού. Της είχε φτιάξει κι ένα πολύχρωμο μαξιλάρι ,με φθινοπωρινά χρώματα. Όταν είδε ότι παρατηρώ τη καρέκλα της, μου εξήγησε ότι αυτή η καρέκλα είναι σταθερή και τη βοηθάει να κρατάει όρθια τη πλάτη της , όταν ράβει. Στη συνέχεια το βλέμμα μου έπεσε πάνω σε ένα τελαρωμένο ύφασμα και στο βελόνι της μηχανής της.

- Αυτό το καρέ είπε η Μάρθα, απευθύνοντας το λόγο στη μητέρα μου ,κοντεύει να τελειώσει. Θα μπει στο ψαθωτό πανέρι που θα βάλουν τις μπομπονιέρες. Της έδειξε τα κεντημένα μαξιλάρια του γαμπρού και της νύφης, το σχέδιο στα σεντόνια τους και στο τραπεζομάντιλο τους.

Ύστερα στράφηκε προς εμένα και με ρώτησε:

-Κεντάς;

-Ναι , απάντησα αναψοκοκκινισμένη. Έχω κεντήσει ένα χελιδονάκι. Άνοιξα μία μικρή ψαθωτή τσαντούλα που έπαιρνα μαζί μου στις βόλτες μας, γιατί είχε δύο διακοσμητικά κερασάκια μπροστά και

μου άρεσε να τη κρατάω και έδειξα το μικρό μου κέντημα με σταυροβελονιά.

Η Μάρθα το κοίταξε προσεκτικά ,για λίγα δευτερόλεπτα.

-Μπράβο, σωστά το κέντησες. Έλα να σου δείξω κάτι, και μου έδειξε ένα κομμάτι εταμίν. Βλέπεις αυτές τις μικρές τρύπες και αυτή τη λεπτή βελόνα; Του χρόνου μπορείς να κεντήσεις στο σχολείο κάτι πιο δύσκολο. Κάθε χρόνο θα κεντάς όλο και πιο δύσκολο σχέδιο και έτσι, όταν θα μεγαλώσεις, θα μπορείς να κεντάς τα πάντα! Σύμφωνοι;

-Μάλιστα, απάντησα.

-Σε βλέπω όμως λίγο διστακτική...

-Η βελόνα είναι πολύ λεπτή και θα τρυπηθώ ,εξήγησα.

-Ας είναι λεπτή, δεν έχει μύτη, είναι για κέντημα σε λεπτό ύφασμα. Μπορείς να φοράς και δακτυλήθρα αν θέλεις, είπε χαμογελώντας η Μάρθα.

Στη συνέχεια γύρισε προς τη μητέρα μου, αφού τράβηξε μέσα από ένα μεγάλο φάκελο δύο σχέδια για σταυροβελονιά.

-Ευγενία, είπε, αυτά είναι τα σχέδια που μου ζήτησες. Το μπλε και σιελ με τα μικρά κλαδιά και τα

ανθάκια του αγρού.

Η μητέρα μου ξετρελάθηκε με τα μπλε κλαδάκια που ήταν βέβαια πολύ δύσκολα στο μέτρημα και παρήγγειλε στη Μάρθα να της ετοιμάσει ένα σεμέν. Τη ρώτησε πότε θα είναι έτοιμο. Η Μάρθα, μετά από λίγη σκέψη, απάντησε σε ένα μήνα και εξήγησε ότι αυτό θα κεντηθεί στο χέρι, γι αυτό θα αργήσει. Η μητέρα μου άφησε πάνω στη μηχανή ,σε ένα άσπρο φάκελο, 100 δραχμές προκαταβολή, χαιρετίσαμε και φύγαμε.

Όταν επιστρέψαμε στο σπίτι είχα πολλές ερωτήσεις και δεν άφησα τη μητέρα μου σε ησυχία.

-Μαμά, ρώτησα, αφού εσύ κεντάς , γιατί θα σου κεντήσει το σεμέν η Μάρθα; Κουράστηκες να κεντάς ή δεν βλέπεις;

-Όχι απάντησε, δεν κουράστηκα, αλλά δυσκολεύομαι με το σχέδιο στο χαρτί , γιατί χάνω το μέτρημα.

Όταν κεντήσει το σεμέν η Μάρθα , θα μπορέσω να κεντήσω κι ένα ίδιο καρέ που θέλω.

-Μαμά, το σεμέν θα το στρώνουμε στο σπίτι;

-Όχι, θα το κρατήσουμε στο μπαούλο να το έχετε όταν μεγαλώσετε εσύ και οι αδελφές σου.

-Μαμά ,πότε θα πάμε στου Λατζούνη να πάρουμε εταμίν, κλωστές, βελόνα κεντήματος , δαχτυλήθρα

για παιδιά και να βρούμε ένα απλό σχέδιο; Η κυρία Γεωργία θα μας κάνει οικοκυρικά στη τρίτη

Δημοτικού και θέλω να είμαι έτοιμη για το σχολείο.

-Εντάξει, αύριο που θα πάμε να ψωνίσουμε στου Μακρή, θα περάσουμε κι από του Λατζούνη.

Η μητέρα μου απλόχερα μου αγόρασε ό, τι χρειαζόταν για το νέο μου κέντημα. Έμαθα να στριφώνω

για να μην φεύγουν οι κλωστές και αφού άρχισα να κεντώ το πρώτο μοτίβο στη περιφέρεια του

υφάσματος , τα ξέχασα όλα μέσα στη σχολική μου τσάντα, μέχρι το Σεπτέμβριο, που άνοιξαν τα σχολεία και ασχολήθηκα με το μαζεύω στα Αγρίλια και στο μπαξέ μας στον Αγιο Νικόλα ξερά λουλούδια , μελισσάκια , λαγουράκια ,άγρια βρώμη, ξερά κλαδάκια από τα δέντρα και να τα βάφω διάφορα χρώματα με τις μπογιές της υφαντικής.

Η Μάρθα άργησε λίγο να τελειώσει το σεμέν της μητέρας μου, γιατί είχε πολλή δουλειά και το σχέδιο

ήθελε πολύ μέτρημα. Όμως, λίγο πριν ανοίξουν τα σχολεία το παρέδωσε. Η μητέρα μου εντυπωσιάστηκε από την εργασία της και παρήγγειλε και δεύτερο σεμέν ,με τα ανθάκια του αγρού.

Ξεκίνησε η νέα σχολική χρονιά με χαρά, ιδιαίτερα όταν η κυρία Γεωργία είδε το νέο μου κέντημα και εντυπωσιάστηκε, λέγοντάς μου ότι όταν θα μεγαλώσω θα έχω πολλή προίκα!

Όμως, σε λιγότερο από ένα χρόνο η Μάρθα έφυγε από το χωριό και μετανάστευσε στον Καναδά. Η Μαρία έκλεισε το σπίτι , κι εγώ παρέμεινα με κείνη τη μοναδική ανάμνηση, να προσπαθώ να τη θυμάμαι από τα εφτά μου χρόνια. Με παρηγόρησε η μητέρα μου, που τήρησε την υπόσχεσή της και κάθε χρόνο μου αγόραζε υλικά για να κεντάω ένα όλο και πιο δύσκολο σχέδιο. Ώσπου έφθασα σχεδόν στα 12 χρόνια μου και κέντησα το μαξιλάρι της θείας Κατίνας Σφήκα, που το θαύμαζα για χρόνια!

Υπήρχε και μια άλλη δεινή κεντήστρα στη Βαλύρα, η κυρία Σταυρούλα Μπακοπούλου, αλλά έμενε μακριά μας και δεν τη γνώρισα .Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τη σκεπάζει, γιατί στόλισε με όμορφα και καλαίσθητα κεντήματα, όπως επιβεβαιώνουν οι γιαγιάδες του χωριού μας, πολλά σπίτια στη Βαλύρα και στα γύρω χωριά.

Ευλογημένες ας είναι οι γυναίκες που συνεχίζουν τη παράδοση, οι χρυσοχέρες γιαγιάδες, μητέρες, αδελφές και κόρες μας. Χωρίς εσάς η ζωή μας θα ήταν τόσο ανούσια. Το καταμαρτυρεί ο διάκοσμος της Αγίας Τραπέζης του ιερού ναού του Αγίου Αθανασίου της Βαλύρας, το έχει αποθανατίσει ο Βιολόγος και Ιστοριοδίφης καθηγητής Ιωάννης Λύρας, που με το ιστορικό αρχείο του τιμά την ευλογημένη πορεία σας, σε αυτό τον πρόσκαιρο και σύντομο βίο μας.

Όχι δεν θα τελειώσω εδώ!

Λέω να βγάλουμε έξω τα κεντήματα μας, να ψήσουμε Ελληνικό καφέ , να σερβίρουμε γλυκό του

κουταλιού και βανίλια σε κρύο νερό. Προσοχή, μη χυθεί ο καφές πάνω στο λευκό πλεκτό του δίσκου και βάψει. Ο Ήλιος χαμογελά τούτο το δειλινό και μας περιμένει για να κατέβει.

-Θεία Κατίνα, κατέβασα από τη ντουλάπα το μαξιλάρι σου. Κύριε καθηγητή μας, άνοιξα τη ραπτομηχανή και σας έφτιαξα ένα μπλε τριαντάφυλλο, ανθός της μοναδικής μνήμης σας.

Μάρθα, όπου κι αν βρίσκεσαι, ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!


Ο Θεός μαζί σας!

Ευθυμία Η. Κοντοπούλου

Δεν υπάρχουν σχόλια: