Αφιερωμένο στους αγωνιστές της Βαλύρας ,Καπότη και Μπατάλια , οι οποίοι υπηρέτησαν το 1953 στην Κορέα.
Ο γάμος του Νίκου και της Αναστασίας Καπότη.Φωτο:Ι.Δ.Λύρας
Το σωτήριον έτος 1939, ο Νίκος Καπότης ήταν μόλις 9 ετών και πήγαινε στη Τετάρτη Δημοτικού, στο Δημοσχολείο της Βαλύρας. Δάσκαλός του ήταν ο κύριος Χρήστος Καρτερολιώτης, ένας πολύ ευσυνείδητος και ενάρετος εκπαιδευτικός, άριστος γνώστης της Αρχαίας και Νέας Ελληνικής Γλώσσας και πολύ καλά καταρτισμένος παιδαγωγός. Αγωνιζόταν σκληρά να μεταδώσει στους μαθητές του τις βασικές αρχές της γραμματικής και του συντακτικού , τις οποίες το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων είχε προγραμματίσει για τη δεδομένη σχολική τάξη. Κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους , είχε ζητήσει να θυμούνται οι μαθητές τον γραμματικό κανόνα που λέγει, “όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από κ,π,τ, ψ,ξ, η προηγούμενη παίρνει στη κατάληξή της ν”. Τους έδινε διάφορα παραδείγματα , τα οποία επαναλάμβανε όλη η τάξη όπως:
-Πείτε δυνατά “την ψυχή, την πέτρα, την κυρία, την τιμή, την ξυλόσομπα" και τώρα επαναλάβετε ,"τη σοφία, τη γεωργία, τη χορωδία” και άλλα πολλά επαναλάμβαναν οι μαθητές και τα θυμόντουσαν πολύ καλά, μέχρι το πέρας της σχολικής ημέρας, αλλά κατά την επομένη ημέρα ξεχνούσαν οι περισσότεροι και έπρεπε ο δάσκαλος να επαναλάβει τον κανόνα από την αρχή , γι΄ αυτό αγανακτούσε. Είχε φθάσει σε αδιέξοδο, ώσπου τον είδε ο Θεός και τον λυπήθηκε. Μια μέρα, όταν έκαναν οι μαθητές ασκήσεις γραφής, κάποιος έσπρωξε τον Καπότη , του έφυγε το μολύβι από το χέρι του και χώθηκε μέσα σε μία χαραμάδα, κάτω από τη σχολική σάκα μιας μαθήτριας και δεν φαινόταν. Ο Καπότης γονάτισε και έψαχνε επίμονα να το βρει, ώσπου από το άγχος του διέκοψε τον κύριο ,την ώρα που τους παρέδιδε το επόμενο μάθημα .Τότε ο δάσκαλος του είπε με αυστηρότητα:
-Ψάξε Καπότη, ψάξε Καπότη!
Ο Καπότης έψαξε και βρήκε το μολύβι του, αλλά κι΄ο δάσκαλος ανακάλυψε "τυχαία" τη φράση που έλυσε το πρόβλημα απομνημόνευσης του γραμματικού κανόνα, τον οποίο ήθελε διακαώς να εμπεδώσουν οι μαθητές του.
Έκτοτε, ο Καπότης και οι συμμαθητές του επαναλάμβαναν μέσα τους τη φράση “ψάξε Καπότη” ,έψαχναν τις λέξεις της γραφής τους και πρόσθεταν το ν με μεγάλη επιτυχία.
Αφού τελείωσε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι άνδρες στο χωριό είχαν αναλάβει την αποκατάσταση ενός δημοσίου χώρου εθελοντικά. Μια ημέρα, ο Γραμματέας της Βαλύρας δανείστηκε ένα τραπεζάκι από το καφενείο, τους συγκέντρωσε όλους και άρχισε να διαβάζει τα ονόματά τους, γιατί άλλαζαν βάρδιες ανά ημέρα, κατά την εκτέλεση του έργου.
Όμως, για κάποιο λόγο παρέλειψε να εκφωνήσει τ΄ όνομα ενός αγράμματου αγρότη , ο οποίος παρίστατο εκεί. Στη συνέχεια σηκώθηκε ο Γραμματέας και αποχώρησε για λίγο , προκειμένου να διεκπεραιώσει κάτι επείγον και άφησε τον κατάλογο με τα ονόματα πάνω στο τραπέζι.
Ο Καπότης ήταν στη πλατεία εκείνη τη στιγμή. Τον άρπαξε ο αγρότης, του έδειξε τον κατάλογο, του έδωσε κι ένα μολύβι για χάρακα, για να μη μπερδευτεί καθώς θα διαβάζει τη λίστα με τα ονόματα και του είπε:
-Ψάξε Καπότη.
Ο Καπότης έψαξε πολύ προσεκτικά και όταν σήκωσε το κεφάλι του, είπε στον ενδιαφερόμενο:
-Όλα εντάξει είναι, δεν παίρνουν “ν”!
Μια άλλη φορά, καθώς έβοσκε τα πρόβατα μαζί με τον πατέρα του, ξέφυγε ένα αρνάκι και πήγε και βρήκε μια μάνα προβατίνα στο απέναντι κοπάδι.
-Ψάξε Καπότη, του είπε ο άλλος βοσκός, εννοώντας, ότι αν είναι το αρνί σου στο δικό μου κοπάδι να το βρεις και να το πάρεις, κι΄ ο Νίκος απάντησε:
-Πώς να ψάξω μπάρμπα Γιώργο; Αυτό δεν είναι “ν”, αλλά αρνί!
Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, μεγάλωσε ο Καπότης και με τον συνομήλικο του Μπατάλια έφυγαν στρατιώτες στον πόλεμο στην Κορέα. Πολύ έψαξε εκεί ο αείμνηστος Νίκος Καπότης και επιβίωσε μέσα από την παγκόσμια τρέλα και θηριωδία, από τον πυθμένα του Άδη. Το ότι επέστρεψε στο σπίτι του “ σώος “ ,ήταν απλά Θεού δάκτυλος που τον ήθελε ζωντανό στο πλατό αυτής της ζωής. Εξομολογήθηκε και κοινώνησε πολλές φορές για να μπορεί να κοιμάται χωρίς εφιάλτες τα βράδια, έψαξε ο Καπότης το πραγματικό νόημα της ζωής, που το βρήκε κοντά στην οικογένεια του και στη μικρή κοινωνία του χωριού, χωρίς αξιώματα και μεγάλες φιλοδοξίες.
Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, αισθάνθηκε ότι θέλει να κάνει οικογένεια και το εκμυστηρεύτηκε στον καλό φίλο του, τον αείμνηστο παππού μου Γιώργο Γρίβα.
-Μπάρμπα Γιώργο, του είπε ο Νίκος, όταν έβοσκαν μαζί τα πρόβατα, σε θαυμάζω , γιατί ενώ είσαι ένας μορφωμένος άνθρωπος, αριστούχος του Σχολαρχείου, από πολύ καλή και ευκατάστατη οικογένεια, προτίμησες ν΄ ασχοληθείς με την κτηνοτροφία, δεν διάλεξες αξιώματα όπως ο αδελφός σου Κώστας, αλλά μία απλή και θεάρεστη ζωή. Θα ήθελα ν΄ ανοίξω τη καρδιά μου και να σου εκμυστηρευθώ ότι αισθάνομαι τελευταία ότι θέλω να παντρευτώ και να κάνω οικογένεια. Αλλά δεν θέλω να πάρω μία όποια κι΄ όποια. Έχω ήδη απορρίψει πέντε προξενιά. Θέλω μία γυναίκα καλή, γλυκομίλητη, εμφανίσιμη , μετρίου αναστήματος , όχι πολύ ψηλή, άριστη νοικοκυρά, καλή μοδίστρα, να μου ράβει και κανένα παντελόνι, δυνατή και εργατική.
-Έτσι ακριβώς είναι η προβατίνα μου η Γαλάνω, του είπε ο μπάρμπα Γιώργος αστειευόμενος, και στη συνέχεια τον σκούντησε στην πλάτη και του επανέλαβε, όπως ο δάσκαλος του στο Δημοτικό Σχολείο:
-Ψάξε Καπότη, ψάξε Καπότη!
Έψαξε ο Καπότης και βρήκε ακριβώς αυτό που ονειρευόταν. Μία υπέροχη, νεαρή γυναίκα, από το Πλατύ Μεσσηνίας, που ήταν άριστη , διπλωματούχος μοδίστρα ,απόφοιτη της Σχολής Κοπτικής Ραπτικής στη Τρίπολη και καταπληκτική νοικοκυρά.
Ευτυχισμένος ο Νίκος , συνάντησε τον μπάρμπα Γιώργο και του ανακοίνωσε τα ευχάριστα νέα.
Εκείνος τον αγκάλιασε, του ευχήθηκε και ανέλαβε με τις κόρες του Ευγενία, την αγαπημένη μου μητέρα, και Καλλιόπη, την αείμνηστη θεία μου, να τον παντρέψουν.
Έγινε ένας αξέχαστος γάμος στη Βαλύρα, όλο το χωριό μαζεύτηκε να ευχηθεί στους νεόνυμφους, μόνο που έκλαιγε απ΄ τη συγκίνησή της η μάνα Παναγιά, γιατί είχε ακολουθήσει τον Νικόλαο Καπότη στον όλεθρο στην Κορέα και τον έφερε πίσω ακέραιο. Ο ουρανός έσταζε σταγόνες βροχής πάνω στα στέφανα των νεονύμφων, που αγκαλιασμένοι κάτω από την θεία ομπρέλα, την Αγία Σκέπη της Μεγαλόχαρης , ήταν πολύ ευτυχισμένοι. Αυτό ,κατ΄ εξαίρεσιν, ο Καπότης δεν έλαβε εντολή να το ψάξει. Πίστευε στον Θεό άνευ αποδείξεων, κι αυτό ήταν η μεγαλύτερη σανίδα της σωτηρίας του. Ο Θεός ν΄ αναπαύει τον Νίκο Καπότη σε παραδείσια πεδία, μαζί με την ευλογημένη και αλησμόνητη γυναίκα του, τη κουμπάρα Τασία.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
23/2/2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου