Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2022

Η Κούνια στην Αυλή

 



                         Φωτο:time news

Ο Γιωργάκης το 1970, η Ελένη το 2005, και η Ηλιάνα το 2020, έχουν κοινό μεταξύ τους γνώρισμα, εκτός του ότι γεννήθηκαν στη Βαλύρα, την αυτοσχέδια κούνια στην αυλή του σπιτιού τους, η οποία συνδέεται άρρηκτα με τη λαϊκή   παράδοση, τα ήθη,  την ανατροφή και τη δημιουργική απασχόληση των παιδιών.   Πάνω στη κούνια διδαχτήκαμε τον τρόπο ελέγχου και ισορροπίας του σώματός μας , αναπτύξαμε  παρατηρητικότητα για τον εαυτό μας και το περιβάλλον γύρω μας, και κατανοήσαμε τι σημαίνει όριο, όσον αφορά το παιχνίδι και τα θέλω μας, σε σχέση με τις συνθήκες που διέπουν τόσο το περιβάλλον γύρω μας , όσο και τη διασφάλιση της προσωπικής μας ακεραιότητας.

- Ο Μαστρολιάς, παρατήρησε η θεία Κατίνα, είναι φοβερός σιδεράς. Είδες τι ωραία κούνια που έφτιαξε, στολίδι στην αυλή του σπιτιού. Τα παιδιά τρελαίνονται στο παιχνίδι και ο δικός μας ο Γιώργος δεν ξεκολλάει από κει.

-Να παραγγείλω να φτιάξει   μία και για εμάς, απάντησε χαμογελώντας ο θείος Κώστας. Όχι καημένε! Λεφτά δεν έχουμε για πέταμα. Να του φτιάξεις εσύ μία με μία σανίδα και τριχιές και να την στήσεις στη μουριά ,στον κήπο. Ωραία θα είναι!

Αυτά είπε το σωτήριον έτος 1970 η θεία Κατίνα και ξαφνικά, μέσα σε λίγες ημέρες, γέμισε το Μπιζάνι με αυτοσχέδιες κούνιες στις αυλές και τα παιδιά έστησαν πανηγύρι.

Όπως τότε, έτσι και σήμερα. Η Βαλύρα, όσο θα μεγαλώνει παιδιά, θα  διαθέτει    κούνιες, κατασκευασμένες από τους γονείς ή παππούδες τους.


-Κούνια μπέλα Γιωργάκη, έλεγαν οι θείες της γειτονιάς, αλλά εκείνος δεν κουνιόταν.

-Φοβάσαι μη πέσεις; τον  ρωτούσαν  επίμονα.

-Όχι, απάντησε, κουνώντας το κεφάλι του, ο μικρός Γιώργος.

-Γιατί δεν μιλάς και σφίγγεσαι; τον ρώτησε η μητέρα του.

Εκείνος έδειξε το στόμα του, γιατί δεν ήξερε αν πρέπει να αφήσει το σχοινί για να αφαιρέσει αυτό που έκρυβε μέσα , το οποίο τον εμπόδιζε να χαλαρώσει και να κουνηθεί. Η θεία Κατίνα κατάλαβε ότι κάτι μασουλάει  , γι΄ αυτό του τρέχουν τα σάλια. Έχωσε το δάκτυλό της, και του άνοιξε το στόμα. Προς έκπληξή της , ανακάλυψε δύο κεφαλάκια γαρίφαλο και τα αφαίρεσε αμέσως. Την παρακολουθούσε όταν εκείνη αρωμάτιζε την αναπνοή της με κανέλα ή γαρίφαλο κι έκανε ακριβώς το ίδιο. Αφού ήπιε νερό και αποκαταστάθηκε το καμένο στόμα του, αναφώνησε α...α...α από τη χαρά του, και ξεκαρδίστηκε στα γέλια όταν η κούνια γύρισε ανάποδα και προσγειώθηκε ανώμαλα στο αφράτο χώμα, πάνω στα καρότα και τις πατάτες που είχε φυτέψει στον κήπο ο πατέρας του.

Αλλά και οι μεγάλοι,  εννοώ οι γονείς μας, “ολίγον τι κρυφίως”, ανέβαιναν πάνω στις κούνιες όταν είχαμε ωραίες καλοκαιρινές φεγγαράδες και σιγοψιθύριζαν ρομαντικά ο ένας στον άλλο, αλλά ποτέ δεν  κατάλαβα τι έλεγαν. Όπως με είχε ορμηνέψει η γιαγιά  μου Κωνσταντίνα, είναι μεγάλη αμαρτία να κρυφακούμε. Όποιος κρυφακούει, όταν πεθάνει τον τιμωρεί ο Θεός , και δεν λιώνουν τα αφτιά του!

Κάποτε, μία κυρία δασκάλα του χωριού μας, πήγε περίπατο με τις φίλες της στις ελιές στα Κουβέλια για να μαζέψουν άγρια χόρτα. Ανέβηκε πάνω σε μία ξύλινη κούνια που βρήκαν κρεμασμένη σε μια αιωνόβια ελιά, μέσα σε ένα κτήμα αγνώστου , και οι άλλες τέσσερες προσπαθούσαν να την  απογειώσουν. Εκεί τις συνέλαβε ο αγροφύλακας Στρατής Τσιλίκας.

-Πω! Πω! Βλέπω κάτι όργια, μέσα σε ξένο κτήμα, αναφώνησε. Δεν ντρέπεστε μορφωμένες κοπέλες;

-Καλέ τι κάνετε; του  απάντησε χαριτωμένα μία από τις νεαρές συνοδούς της δασκάλας. Καιρό έχουμε να σας δούμε! Πού χαθήκατε; Είναι καλά η γυναίκα σας;

Τόσο πολύ χάρηκε ο αγροφύλακας με την υποδοχή των κοριτσιών, ώστε έδωσε κι αυτός ένα χεράκι και  αναδύθηκε, σε ουράνια ύψη, η υπέρβαρη....λόγω πολλών γραμμάτων και ευθυνών δασκάλα ,σαν πεταλούδα ,ελεύθερη  στους ελαιώνες.

Αυτά συνέβησαν  κάποτε, αλλά η παράδοση  παραμένει ζωντανή και στις μέρες μας. Ο κύριος Γιάννης , είναι εκ φύσεως πολύ ευρηματικός. Χρόνο δεν έχει γιατί δουλεύει ταυτόχρονα σε δύο και τρεις δουλειές και επιστρέφει πολύ κουρασμένος το βράδυ στο σπίτι. Πάραυτα, δεν χρειάστηκε περισσότερο από το κάθισμα μίας πλαστικής καρέκλας με τρύπες και τέσσερα κομμάτια τριχιάς, για να στήσει στην αυλή του σπιτιού   μία όμορφη κούνια,   να την απολαμβάνουν οι τέσσερες μικρές εγγονές του. Παιδεύτηκε ο κύριος Γιάννης, ήθελε δεν ήθελε , αφού το υποσχέθηκε και έκαναν τρελή χαρά οι μικρές Χάριτες, τον αγκάλιασαν και τον φίλησαν, ρωτώντας “πότε παππού θα ετοιμάσεις τη κούνια μας”. Ισορρόπησε τα σχοινιά , ένα Σαββατοκύριακο, τα στερέωσε στα ψηλά δέντρα της αυλής, παράλληλα έκανε τη κούνια αρκετά χαμηλή, για να μπορούν να ανεβαίνουν οι εγγονές του μόνες τους, χωρίς τη βοήθεια των ενηλίκων, και να  λαμβάνουν διπλή  χαρά  που τα κατάφεραν.

-Κούνια μπέλα, κούνια μπέλα Ελένη , έλεγε κάποτε η κυρία Διονυσία, το ίδιο όμως και σήμερα θυμάται και επαναλαμβάνει με τις εγγονές της. Η παράδοση συνεχίζεται!


                      Η  Χαριτίνη, η τρίτη χαριτωμένη εγγονή του  Γιάννη και της  Διονυσίας 

-Η κούνια ήταν και παραμένει μέρος της παράδοσης του χωριού μας από τότε που απελευθερώθηκε η Ελλάδα από τους Τούρκους, έλεγε ο αείμνηστος παππούς μου Γιώργος.

- Όταν σταμάτησε ο εμφύλιος πόλεμος, οι αυλές των σπιτιών στη Βαλύρα γέμισαν με αυτοσχέδιες κούνιες και τα φοβισμένα παιδάκια ξεμύτησαν από τα κατώγια για να χαρούν τον ήλιο και την ειρήνη του χιλιοβασανισμένου και αιματοβαμμένου μας τόπου, μνημόνευε ο πατέρας μου Ηλίας.

-Όταν  λικνίζομαι νοητικά και ψυχικά, εξομολογήθηκε ένας "λόγιος” Μεσσήνιος, αισθάνομαι σαν να είμαι πάνω στη κούνια των παιδικών μου χρόνων. Λαμβάνει ο νους θείο ύψος εκ του ασφαλούς, γιατί τα αγιασμένα χέρια των παππούδων μου κρατούν γερά και σταθερά τα σχοινιά της κούνιας. Ο παππούς  ορίζει τα σχοινιά του νου και η γιαγιά της καρδιάς μου. Με ανεβάζουν, με ανεβάζουν ψηλά, σε δυσθεώρητα ύψη, αλλά χωρίς να υπερβώ διαβολικά το μέτρο και γκρεμιστώ , με λιωμένα τα φτερά μου σαν τον Ίκαρο.

Σας εύχομαι ωραία ψυχοπνευματικά, αλλά και σωματικά ευπρεπή , με θείο μέτρο λικνίσματα , στις παραδοσιακές κούνιες σας.


Ο Θεός μαζί σας!

Ευθυμία Η. Κοντοπούλου

1/2/2022

Δεν υπάρχουν σχόλια: