Ο Όσιος Λουκάς.Φωτο: paraklisi blogspot.com
Στις 7 Φεβρουαρίου η εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη του Οσίου Λουκά. Μόνο η θεόφθογγος κιθάρα του Αγίου Πνεύματος μπορεί να υμνήσει τον Όσιο Λουκά του Στειρίου όρους, ο οποίος έζησε κατά τα έτη 896-953. Είναι ο ιδρυτής της περιώνυμης Βυζαντινής Μονής της Βοιωτίας, η οποία άρχισε να οικοδομείται από το έτος 942, και φέρει το όνομά του. Ο Λουκάς γεννήθηκε σ΄ ένα χωριό κοντά στα Σάλωνα (Άμφισσα) της Φωκίδας, όπου οι γονείς του Στέφανος και Ευφροσύνη είχαν καταφύγει από την Αίγινα, λόγω της επιδρομής των Αγαρηνών.
Είναι “το βλάστημα της Ελλάδας, κόσμημα και ποθεινό εντρύφημα της Ορθοδοξίας” γιατί υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους πατέρες του μοναστικού βίου (Αγιολόγιον Σαϊτης, 2018).
Θεωρούσε μεγάλη ευχαρίστηση να δίνει στους φτωχούς τροφή και να τους χαρίζει τα ενδύματά του. Η πορεία προς τη θέωση του Οσίου Λουκά , από τη παιδική του ηλικία, κατά ,και μετά τον θάνατό του, είναι πλήρης θαυμάτων και θείας παρουσίας .
Μύρο θεραπείας των ψυχών και των σωμάτων ανέβλυζε στον τάφο του και το λάδι της καντήλας του πολλά και θαυμαστά έχει ποιήσει, ανά τους αιώνες. Όπως είναι αδύνατον να αριθμήσει κανείς τους κόκκους της άμμου στη θάλασσα, έτσι είναι αδύνατον να διηγηθεί τα αμέτρητα θαύματα του Οσίου Λουκά.
Η παιδική ηλικία του Οσίου Λουκά
Ο Λουκάς, κατά τη παιδική ηλικία, δεν ήταν σαν τα άλλα παιδιά, που αγαπούν να παίζουν, να γελούν και να τρέχουν άτακτα, αλλά ήταν ήσυχος, τακτικός σε όλα του τα επιχειρήματα, και είχε φρόνημα στερεό και γεροντικό. Αγαπούσε την εγκράτεια, δεν έτρωγε από μικρό παιδί κρέας, τυρί, αβγά, παχύ φαγητό, ακόμη και φρούτα. Ζούσε με κρίθινο ψωμί, νερό, όσπρια και χόρτα, την δε Τετάρτη και Παρασκευή έτρωγε μετά τη δύση του ηλίου. Δεν τον δίδαξε κανένας να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο, από μόνος του κινούμενος απέφευγε ό,τι γλυκαίνει τον λάρυγγα, προτιμώντας τη πείνα ,τους κόπους και ό,τι άλλο είναι πικρό στη σάρκα. Μια φορά, ενώ έτρωγε μαζί με τους γονείς του, εκείνοι νομίζοντας ότι απέχει από το φαγητό , όχι κατά Θεόν και από ορθό λογισμό, αλλά από παιδική ξεροκεφαλιά και άγνοια, τον δοκίμασαν με τον ακόλουθο τρόπο: Μαγείρεψαν σε ένα δοχείο κρέας μαζί με ψάρι και τα έβαλαν στο τραπέζι. Ο πατέρας του τού έδωσε να φάει το ψάρι, αλλά όταν αισθάνθηκε τη ποιότητα του κρέατος, λυπήθηκε για τους γονείς του, ξέρασε αυτό που έφαγε, και έμεινε νηστικός για τρεις ημέρες κλαίγοντας.
Οι γονείς του κατάλαβαν ότι ο σκοπός του δεν ήταν ανθρώπινος, αλλά θεϊκός και τον άφησαν να πορεύεται καθώς θέλει. Βοηθούσε τους γονείς του, τους σεβόταν, έβοσκε τα ζώα τους και είχε μεγάλη ευσπλαχνία για τους φτωχούς, που τους φρόντιζε περισσότερο από τον εαυτόν του.
Όταν τον έστελνε ο πατέρας του σε διάφορα θελήματα, στον δρόμο μοίραζε τη τροφή του και προτιμούσε να μείνει ο ίδιος νηστικός· το ίδιο έκανε και με τα ενδύματά του. Ξεντυνόταν, τα μοίραζε στους έχοντες ανάγκη και πολλές φορές γύριζε στο σπίτι γυμνός, με αποτέλεσμα να τον ξυλίζουν οι γονείς του. Αρκετές φορές τον άφησαν γυμνό για μέρες για να σταματήσει αυτού του είδους τη φιλανθρωπία, όμως εκείνος παρέμεινε απτόητος. Το ίδιο έκανε και στους αγρούς, όταν τον έστελνε ο πατέρας του να σπείρει. Έσπερνε το μισό καρπό και τον υπόλοιπο το προσέφερε στους φτωχούς. Όσο ο Λουκάς έδινε στους έχοντες ανάγκη, τόσο ο Θεός διπλασίαζε τη νέα σοδειά.
Όταν τελεύτησε ο πατέρας του, ο Λουκάς άφησε τη φροντίδα των ζώων και των αγρών και καταγινόταν στη προσευχή, ανάγνωση και μελέτη των Θείων Γραφών (Μεγ. Συν. 1950, μην. Φεβρ., σελ. 126).
Η μητέρα του, θέλοντας να παρακολουθήσει τον γιο της την ώρα που προσευχόταν, κρύφτηκε να μην την δει και αντίκρισε ένα συγκλονιστικό θέαμα τρεις φορές. Ο Λουκάς υπερίπτατο σχεδόν ένα μέτρο από το έδαφος, καθώς ήταν όρθιος. Υπήρξαν στη συνέχεια και άλλοι μάρτυρες που είδαν τον Λουκά να υπερίπταται. Το πνεύμα και η ψυχή του τον οδηγούσαν στον μοναχισμό, γι΄ αυτό έφυγε από το σπίτι κρυφά και κίνησε να πάει στη Θεσσαλία. Στον δρόμο τον έπιασαν στρατιώτες που ήταν διορισμένοι να φυλάνε τις διαβάσεις και να συλλαμβάνουν τους δούλους που δραπέτευαν από τα αφεντικά τους. Αφού τον ανέκριναν και δεν τους είπε την αλήθεια, τον ράβδισαν και τον φυλάκισαν. Όμως κάποιοι συγγενείς του τον αναγνώρισαν και γύρισε μαζί τους πίσω στο σπίτι, με πολλούς ονειδισμούς και κατηγορίες .
Η πορεία του Οσίου Λουκά προς τον μοναχισμό
Δύο μοναχοί, ερχόμενοι από τη Ρώμη και πηγαίνοντας στην Ιερουσαλήμ, φιλοξενήθηκαν από τη μητέρα του Λουκά. Η παρουσία τους άναψε πάλι τον πόθο μέσα του για τον μοναχισμό. Πριν καταλάβουν ότι είναι γιος της οικοδέσποινας Ευφροσύνης, τους είπε ότι είναι ξένος, δεν θα τον αναζητήσει κανένας και να τον πάρουν μαζί τους. Τελικά , παρά το νεαρό της ηλικία του, τους έπεισε και τον πήραν μαζί τους. Όταν έφθασαν στην Αθήνα, τον παρέδωσαν στον ηγούμενο σε ένα Μοναστήρι της περιοχής. Ο ηγούμενος αφού τον ρώτησε για την οικογένειά του και απάντηση δεν έλαβε, τον ένδυσε με το μικρό σχήμα των μοναχών. Η κυρά Ευφροσύνη, επειδή ήταν χήρα και δεν άντεχε τη στέρηση του μονάκριβου γιου της, έκλαιγε πικρά και παρακαλούσε τον Θεό να της τον φέρει πίσω. Παραπονιόταν στον Ουράνιο Πατέρα ότι δεν την έντυσε μόνο χήρα, αλλά και τον γιο της πήρε από κοντά της, και δεν βλέπει πλέον το φως τούτης της άθλιας ζωής της.
Γιατί τον πήρες μακριά μου Θεέ μου; ρωτούσε με δάκρυα.
-Μήπως τον εμπόδιζα να σχολάσει από τις δουλειές και να καταγίνεται με τη προσευχή και τη συνομιλία μαζί σου;
-Μήπως τον ανάγκαζα να αμελεί τη δική σου θεραπεία και να επιμελείται τη δική μου υπηρεσία;
-Μήπως τον δίδασκα να προτιμά τα υλικά περισσότερο από τα άϋλα και αιώνια; Δεν διδάχτηκα από τους γονείς μου να είμαι μητέρα όχι μόνο του σώματος αλλά και της ψυχής των τέκνων μου;
Το μόνο που ποθούσα ήταν να βλέπω τον αγαπημένο μου γιο, ακόμη και κάθε τόσο και να ακούω για τα καλά του έργα, για να ευφραίνεται η ψυχή μου.
Μη Βασιλεύ των πάντων παραβλέψεις τα δάκρυά μου, αλλά βάλε τα μπροστά Σου, όπως λέγει ο θείος Δαβίδ και διάλυσε το σκοτάδι της λύπης μου, το σκοτάδι θα το διαλύσεις εάν αποδώσεις πάλι στους οφθαλμούς μου τον γιο μου· θα καλέσω πάντες να δοξολογήσουμε τη μεγαλοσύνη σου και θα σε υμνώ όλες τις μέρες της ζωής μου (Μεγ. Συν. 1950, μην. Φεβρ. σελ. 128).
Ο Θεός άκουσε τη προσευχή της χήρας μητέρας και εμφανίστηκε σε όνειρο στον ηγούμενο της Μονής που διέμενε ο Λουκάς, για τρεις συνεχείς φορές. Έβλεπε ο ηγούμενος τη μητέρα του Λουκά να κατηγορεί τον γιο της και να τον ρωτά, γιατί πάτερ με τυράννησες εμένα τη χήρα τόσο πολύ; Γιατί άρπαξες τον γιο και γηροκόμο μου; Ο ηγούμενος κάλεσε τον Λουκά και όταν εκείνος ομολόγησε, τον επέπληξε και του είπε να αποχωρήσει από τη Μονή για τη δολιότητα και υποκρισία του. Επειδή ο Λουκάς ήταν περίλυπος και ταπεινός, του είπε ότι όταν εκπληρώσει το χρέος του απέναντι στη μητέρα του μπορεί να μονάσει και να φροντίσει για τη σωτηρία της ψυχής του. Ο Λουκάς έβαλε μετάνοια, ζήτησε την ευχή του ηγούμενου και επέστρεψε στη μητέρα του.
Τη βρήκε πολύ λυπημένη να κάθεται πάνω σε στεγνή στάχτη. Μόλις τον είδε, γύρισε τους οφθαλμούς της στον Θεό και είπε “ ευλογητός Ο Θεός, ος ουκ απέστησε την προσευχήν μου και το έλεος αυτού απ΄εμού”.
Ο Λουκάς υπηρετούσε τη μητέρα του με υπακοή. Μετά από τέσσερεις μήνες κυριεύθηκε από έντονη επιθυμία να μονάσει. Η μητέρα του αυτή τη φορά δεν τον εμπόδισε.
Με την ευχή της πήγε στο βουνό Ιωάννιτρα και βρήκε τον ιερό ναό των Αγίων Αναργύρων, Κοσμά και Δαμιανού. Εκεί έπηξε την ασκητική του καλύβα και δάμασε τη πείνα, τον ύπνο και τους πονηρούς δαίμονες. Ταλαιπωρούσε το σώμα του με κόπους και αγρυπνίες και αναρίθμητες γονυκλισίες, ένδεια φαγητού , ενάντια στη ψύχρα του χειμώνα και στον καύσωνα το καλοκαίρι. Τον βασάνιζαν οι ψείρες, η μοναξιά, η ερημιά, αλλά δεν έκαναν τραχύ το ήθος της ψυχής του. Ήταν ιλαρός και ήρεμος και φίλευε τους πάντες με σωματικές και ψυχικές τροφές.
Ο Όσιος Λουκάς ως Μεγαλόσχημος Μοναχός
Μεγαλόσχημος έγινε ο Όσιος όταν δύο αντίστοιχα μεγαλόσχημοι μοναχοί, θέλοντας να πάνε στη Ρώμη ,πέρασαν από τον Όσιο Λουκά , λες και ο Θεός τους έστειλε.
Ο Όσιος τους φανέρωσε την επιθυμία του να γίνει μεγαλόσχημος μοναχός. Εκείνοι ευχαρίστως έκαναν τις συνήθεις ιερολογίες και πράξεις και τον ένδυσαν το Αγγελικό Σχήμα, και τα σημεία της στενής και τεθλασμένης οδού , που οδηγεί στην αιώνιο ζωή. Όλοι χάρηκαν, ο Θεός , οι άγγελοι και οι άνθρωποι, εκτός από τον διάβολο που συνέχισε να τον βασανίζει περισσότερο.
Θαυμαστό είναι το γεγονός ότι ο Όσιος δεν είχε αρκετή τροφή για να φιλέψει τους δύο ταπεινούς-μεγαλόσχημους μοναχούς , αλλά ως προς αυτό οικονόμησε ο Θεός να εμφανιστούν δύο τεράστια ψάρια στη παραλία την αυγή, τα οποία σπαρταρώντας μπροστά στα πόδια τους, προσέφεραν το σαρκίο τους για βρώση. Ευχαρίστησαν τον Θεό για το θείο δώρο και αναχώρησαν ωφελημένοι.
Ο Όσιος Λουκάς νήστευε περισσότερο ως μεγαλόσχημος, προσευχόταν θερμότερα και για μεγαλύτερο διάστημα. Έλαβε από τον Θεό πολλή βοήθεια, τη χάρη της ίασης, το προφητικό χάρισμα, γνώση των περασμένων, των μελλόντων και των κρυφών. Τους Βουλγάρους, που αιχμαλώτισαν όλη την Ήπειρο με τις προσευχές του τους έδιωξε και πρόβλεψε πολλά με τη θεία χάρη.
Στη καλύβα του μόνο το σώμα του χωρούσε. Για να θυμάται τον θάνατο έσκαψε στη καλύβα έναν λάκκο, όμοια με τάφο και έμπαινε μέσα σε αυτόν, κοιμόταν λίγο και αμέσως σηκωνόταν και έλεγε του Δαβίδ “προέφθασαν οι οφθαλμοί μου προς όρθρον του μελετάν τα λόγια σου”.
Φρόντιζε τα ζώα και τα φαρμακερά ερπετά. Είχε δύο φίδια που τα έτρεφε για πολύ καιρό, εννοώντας την εντολή του Κυρίου “αγαπάτε τους εχθρούς υμών και καλώς ποιείτε τους μισούντας υμάς”.
Ένας, που είχε σκοτώσει τη σύντροφό του, έτρεξε να βρει τον Όσιο Λουκά για να τον γλιτώσει από του βρόχους του διαβόλου και του έδωσε ο Όσιος τον εξής κανόνα:
Του είπε να πάει στον τόπο της φονευμένης και να χύσει πολλά δάκρυα, να κάνει τρεις χιλιάδες μετάνοιες, να εκτελέσει πλουσιοπάροχα τα νενομισμένα μνημόσυνα και όλη του τη ζωή να κλαίει για την αμαρτία του και να μην την ξεχάσει. Να έχει πολλή μετάνοια και να εξομολογηθεί σε Πνευματικό Πατέρα για να λάβει συγχώρηση.
Η Διαμονή του Οσίου Λουκά στη Πελοπόννησο
Επτά χρόνια έμεινε ο Όσιος στα Ιωάννιτρα, και έφυγε αναγκαστικά, γιατί ο άρχοντας των Βουλγάρων Συμεών αθέτησε τη συμφωνία του με τους Ρωμαίους βασιλείς και σκότωνε ή έπαιρνε όσους αιχμαλώτιζαν οι στρατιώτες του ως δούλους. Οι χωρικοί γείτονες του Οσίου, έφυγαν για τα νησιά, για τον Εύριπο και την Πελοπόννησο (Μωριά) για να γλιτώσουν. Ο Όσιος γλίτωσε από βέβαιο θάνατο, ενώ έφευγε μέσα σε ένα καϊκι και σκοτώθηκαν οι περισσότεροι. Μάζεψε όλους τους συγγενείς και γνώριμους, βρήκε άλλο καϊκι και πήγε στη Κόρινθο.
Στη Κόρινθο θέλησε να μάθει γράμματα για να διαβάζει τις Άγιες Γραφές, παρακολούθησε μαθήματα σε ένα σχολείο ,αλλά εγκατέλειψε τη προσπάθεια γιατί τον ενοχλούσε η αταξία των μαθητών. Στη Ζεμενά, στη Πάτρα, ήταν ένας Στυλίτης που τον ζήτησε ως συγκάτοικο να τον υπηρετεί. Πρόσφερε τις υπηρεσίες του στον Στυλίτη ευχαρίστως και με αγάπη Χριστού ,για δέκα ολόκληρα χρόνια. Όμως έτυχε μια μέρα ο επιστάτης των λιμένων να τον βρει μέσα σε ένα καϊκι, ενώ δεν επιτρεπόταν και δεν το γνώριζε ο Όσιος, και τον ράβδισε άσχημα. Έκτοτε αποφάσισε να είναι πλέον μόνος και πήγε στο Μοναστήρι του Αγίου Προδρόμου. Βροχή όμως μεγάλη χάλασε το κελί που έμενε και έφυγε από τη Πελοπόννησο. Ήταν η περίοδος που διαδέχτηκε τον Βούλγαρο Συμεών ο γιος του Πέτρος, ο οποίος μισούσε τον πόλεμο και τις αιματοχυσίες και έκανε ειρήνη με τους Ρωμαίους.
Η Διαμονή στα Ιωάννιτρα, Κάλαμο ,και Νησί Αμπελών
Ο Όσιος επέστρεψε στα Ιωάννιτρα και βοηθούσε πολύ τον κόσμο με τη φιλάνθρωπο φιλοξενία του. Επειδή εκεί που κατοικούσε είχε πολλή ενόχληση και οι επισκέπτες τάραζαν την ησυχία του, αναχώρησε και πήγε σε υγιεινό μέρος που το καλούσαν Καλάμιο. Αφού πέρασαν τρία χρόνια, οι Αγαρηνοί πολεμούσαν την Ελλάδα, γι ΄αυτό ο Άγιος μετακόμισε σε ένα κοντινό νησί που το έλεγαν Αμπελών, το οποίο ήταν άνυδρο και κατάξερο. Με το καϊκι μετέφερε νερό και το μοίραζε στον κόσμο. Έμεινε τρία χρόνια εκεί. Πολλές φορές δεν είχε ψωμί και νερό και φυσούσαν άνεμοι σφοδροί. Εκεί έπαθε και μία φοβερή ασθένεια, η οποία εκδηλώθηκε με κνισμό και μεγάλη φαγούρα στα παιδογόνα μόρια, ήταν δε τόσο ανυπόφορη, ώστε λίγο έλειψε να τα κάψει. Παρακαλώντας τον Θεό να θεραπευτεί, του είπε ένας Άγιος στον ύπνο του ποιο βότανο να χρησιμοποιήσει για να γιατρευτεί, αλλά παράλληλα του τόνισε ότι αν δεν κάνει υπομονή , να υποστεί την ασθένεια, θα χάσει τον αιώνιο μισθό του. Γι΄ αυτό έκανε υπομονή και ο Θεός τον γιάτρεψε. Μόλις γύρισαν οι άνθρωποι από το νησί στον τόπο τους, θέλησαν να πάρουν και τον Όσιο μαζί τους.
Η Διαμονή στο Στείριον Όρος
Ο νέος τόπος άρεσε στον Όσιο, εγκαταστάθηκε και καλλιέργησε ένα ωραίο περιβόλι με πολλών ειδών λαχανικά. Το κελί του δεν το έφτιαξε κοντά στο περιβόλι αλλά πιο μακριά, για να έχει ησυχία και να μπορεί να προσεύχεται (Μεγ. Συν. 1950, μην. Φεβρ. ,σελ.151).
Όλες οι προρρήσεις του Οσίου είναι αξιοθαύμαστες, όμως η πρόρρηση για τη Κρήτη είναι σχεδόν απίστευτη. Προφήτεψε, πριν είκοσι έτη, ότι ο εγγονός του Ρωμανού Α΄ , βασιλιάς Ρωμανός Β΄, έχει να πάρει τη Κρήτη όπως και συνέβη· την απελευθέρωσε από τους Άραβες. Ο αυτοκράτορας έστειλε τεχνίτες από την Κωνσταντινούπολη και οικονομική ενίσχυση για την ανέγερση μεγαλοπρεπούς Καθολικού από ευγνωμοσύνη, που ξεκίνησε να κτίζεται το 942, πριν τον θάνατο του Οσίου.
Αφού έμενε στο Στείριον όρος για το υπόλοιπο του βίου του, όταν προγνώρισε ότι είναι πλησίον το τέλος του, ασπάστηκε στα χείλη, στα μάτια και στο πρόσωπο τους γείτονες και φίλους του και τους ζήτησε να εύχονται για εκείνον γιατί δεν ήξερε πότε θα ιδωθούν, και επέστρεψε στο κελί του. Έζησε τρεις μήνες ακόμη, ύστερα ακολούθησε σφοδρός παροξυσμός και μετά από 8 ημέρες ταξίδεψε στον Θεό, που πολύ αγάπησε. Ζήτησε να θαφτεί στον τόπο που διέμενε. Πριν ξεψυχήσει ,ύψωσε τους οφθαλμούς και τα χέρια του και είπε: “Εις χείρας σου Κύριε παρατίθημι το πνεύμα μου”.
Το Όραμα του Μοναχού Κοσμά και τα Θαύματα του Οσίου Λουκά
Αφού πέρασαν έξι μήνες από τον θάνατο του Οσίου Λουκά, ένας μοναχός ευνούχος, καλούμενος Κοσμάς, που καταγόταν από τη χώρα της Παφλαγονίας στη Μικρά Ασία, ήθελε να πάει στη Φραγγία και πέρασε να μείνει λίγο και να αναπαυθεί στο Στείριον όρος. Είδε όραμα που του αποκάλυψε ο Θεός ότι εκεί ήταν το θέλημα του Παντοδύναμου να μείνει. Επιμελήθηκε τον τάφο, και μερικοί μαθητές του Οσίου προθυμοποιήθηκαν και έκτισαν κελιά, τελείωσαν το καθολικό, την εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας, έκτισαν οίκους για την υποδοχή των ξένων και κατασκεύασαν ευκτήριο στο σχήμα του σταυρού στο κελί που ήταν ο τάφος του Οσίου.
Ξεπληρώθηκε η πρόρρηση του Οσίου όπου είπε ότι εκεί θα προστρέχουν οι χριστιανοί , θα γίνονται καθημερινά θαύματα και θα τους χρίει με μύρο ο μοναχός Παγκράτιος, όπως και έγινε. Μύρο ανέβλυζε από τον τάφο του Οσίου και το λάδι της καντήλας του θεράπευε και συνεχίζει να γιατρεύει ανά τους αιώνες. Επίσης, ο Όσιος παρουσιαζόταν και παρουσιάζεται σε όνειρα πασχόντων ατόμων και τους βοηθά να απαλλαγούν από σωματικές και ψυχικές νόσους.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κάποιος έπασχε από δαιμόνιο για πολλά χρόνια και βασανιζόταν φοβερά. Πήγε στον τάφο του Οσίου Λουκά και περίμενε πολλές ημέρες , δεν θεραπεύτηκε και επέστρεψε στο σπίτι του. Δεν απελπίστηκε, αλλά συνέχισε να επισκέπτεται τον τάφο του Οσίου. Μια φορά, πήγε και παρακάλεσε τον Όσιο Λουκά ,μαζί με τους πατέρες του Μοναστηριού. Φάνηκε στον ύπνο του ο Όσιος και του λέγει:
‘Άνοιξε το στόμα σου” και καθώς εκείνος το άνοιξε, φύσηξε μέσα και του είπε:
-Πήγαινε υγιής και διηγήσου ότι το όραμα ήταν αλήθεια και ελευθερώθηκες από το δαιμόνιο. Εκείνος, διηγούμενος σε όλους το θαύμα, τους παρακινούσε να δοξάζουν τον Θεό και τον αυτού θεράποντα Μεγ. Συν. 1950, μην. Φεβρ., σελ.162).
Η αγιογράφηση του Οσίου Λουκά
Απολυτίκιον Οσίου Λουκά
Σταυρόν εκ νεότητος αναλαβόμενος, πορείαν διηνύσας στενήν και επίπονον, οικίσας εν όρεσιν· όθεν αυλιζόμενος, εις ευρύχωρον πλάτος, δόξης και βασιλείας, του Θεού και Σωτήρος, Λουκά Θεομακάριστε, υπέρ ημών αεί ικέτευε.
Ο Όσιος Λουκάς να φωτίσει τα όνειρα και τη πορεία όλων, να θεραπεύει και να μεσιτεύει στον Θεό για τις δυσκολίες των ανθρώπων.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
6/2/2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου