Φωτο: patrisnews.com
Ουράνιο γέννημα ήταν η αμυγδαλιά της αείμνηστης νονάς μου Καλλίτσας Λινάρδου-Φεφοπούλου, με δροσερά άνθη και πράσινα φύλλα στη νιότη της, και καταστόλιστη αναδείχτηκε στα βαθιά της γεράματα. Άνθη που δεν μάρανε ο αδηφάγος χρόνος, ο μέγας ψεύτης, ο δολοπλόκος πατέρας των πρόσκαιρων ερώτων, που ξεμυαλίζει τα κορίτσια, κλέβει την τρυφερή καρδιά τους και τα αφήνει ξύλο ξερό στο τέλος της ζωής, φανερώνοντας τα καλά και τα θεία, ως παρηγοριά, καταξίωση ή απογοήτευση , στα χρόνια του χιονιά , καθισμένα σαν τα άνθη της αμυγδαλιάς πάνω σε μαύρο κορμό, και λιγοστά άσπρα μαλλιά, του "καιρού χαλάσματα". Δεν ήθελε στα βαθιά της γεράματα η νεαρή κόρη να αναθεματίζει τον εαυτό της για τη τρέλα της νιότης της, σαν τη λαϊκή παράδοση που λέγει, “μωρή τρελή αμυγδαλιά, π΄ ανθίζεις τον Γενάρη”. Η Καλλίτσα καθόταν κάτω από την αμυγδαλιά ,ανελλιπώς κάθε Κυριακή στην εκκλησία, και με τη θεία κοινωνία, στον ιερό ναό του Αγίου Αθανασίου κατά τη μεταπολεμική περίοδο στη Βαλύρα , έκτισε οίκο μέγα, πιστό, φρόνιμο, ταπεινό, ελεήμονα κι ευλογημένο, με τις χάρες του Αγίου Πνεύματος. Ήταν μία όμορφη κοπέλα για την εποχή της, από καλή οικογένεια και περιζήτητη νύφη, με σεμνότητα και σύνεση. Ήρθε σε γάμο κοινωνία μετά του αλησμόνητου νονού μου Κωνσταντίνου Φεφόπουλου, και αξιώθηκε να φέρει στη ζωή τέσσερες υπέροχες κόρες κι έναν λεβέντη γιο, άγγελο και πιστό φύλακα στα γεράματά της.
Παρά το νεαρό της ηλικίας της, μία εσωτερική δύναμη την ωθούσε σταθερά προς την οδό της αληθείας και σωτηρίας, λες κι ο Θεός είχε κλείσει ασφυκτικά όλα τα δαιμόνια των παθών μέσα σε γερό καλάθι ,κι εκείνη μπορούσε να πορεύεται με ειρήνη και πραότητα, λογική και σωφροσύνη, χωρίς να τσακίζει από τη τύφλωση τα γόνατά της , πάνω σε σκληρά λιθάρια.
Η ευλογημένη Καλλίτσα ήξερε δύο ειδών αμυγδαλιές: Την αμυγδαλιά των ανθρώπων που υμνούν οι ποιητές, οι ζωγράφοι και οι ζαχαροπλάστες, και την αμυγδαλιά, που σαν θεία ράβδος, ανθίζει στον ουρανό, εκεί που κατοικεί το φωτισμένο πνεύμα των κατά Θεόν λογικών ανθρώπων.
Τα νηπιακά μου μάτια μπορούσαν να συλλάβουν μόνο τις ανθισμένες αμυγδαλιές της γης, που με πολλή χαρά θαυμάζουμε τον χειμώνα, και τιμάμε τους καρπούς τους το καλοκαίρι, αλλά τη “θεία αμυγδαλιά” έπρεπε να μεγαλώσω αρκετά για να μπορέσω να τη δω. Ήρθε σύντομα το πλήρωμα του χρόνου, όταν στα πρώτα έτη του Δημοτικού Σχολείου και πριν να μεταναστεύσει η οικογένεια του Κώστα Φεφόπουλου στην Αμερική, βρεθήκαμε ανήμερα του Αγίου Αθανασίου, το σωτήριον έτος 1966 , όλοι μαζί στην εκκλησία. Λες και η εορτή της μνήμης του Αγίου Αθανασίου ήταν η τελευταία συνάντηση, πριν από τον αποχαιρετισμό , συνειδητοποιώντας, με πόνο ψυχής, ότι ποτέ πια τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι ίδια όπως πρώτα. Εκείνη την αξέχαστη ημέρα , παρίστατο στον εορτασμό ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας. Ήταν η πρώτη φορά που παρακολούθησα τη θεία λειτουργία στον ιερό ναό του Αγίου Αθανασίου, με τον Δεσπότη παρόντα. Όταν τον είδα επιβλητικό εμπρός στην ωραία πύλη να λέγει βροντόφωνα “ Κύριε ,Κύριε επίβλεψον εξ ουρανού” κρατώντας τα δικηροτρίκηρα, εξεπλάγην. Μόλις έγινε η απόλυση και καθώς βαδίζαμε προς τα σπίτια μας στο Μπιζάνι ,αρχίσαμε να συζητάμε, κρατώντας το χέρι της νονάς μου Καλλίτσας , ενώ ακολουθούσαν οι όμορφες κόρες της , μαζί με τη μητέρα μου.
-Νονά, ο Δεσπότης μιλούσε στον Χριστό;
-Ναι, πάντα ο Δεσπότης υμνεί τον Χριστό.
-Και τι του λέει;
- Τον παρακαλεί να μας ευλογήσει.
-Και γιατί σταύρωνε μπροστά του δύο κεριά από αριστερά του και από πάνω τρία κεριά από δεξιά ;
-Για να βγάλουν τα κλαδιά τις αμυγδαλιάς πράσινα φύλλα και ανθάκια ωραία, τρία από τη μια πλευρά και δύο από την άλλη, να μην είναι οι αμυγδαλιές με γυμνά άνθη πάνω σε μαυρισμένα κλαδιά, μέσα στον κρύο χειμώνα.
-Στο σχολείο την αμυγδαλιά , είπε η κυρία μας, να την κοιτάζουμε και να την ζωγραφίζουμε όπως είναι!
-Σωστά σάς είπε η κυρία. Έτσι πρέπει να τη ζωγραφίζετε, για να βλέπετε καλά τον κόσμο γύρω σας και να έχετε καλό προσανατολισμό.
-Κι αν τη ζωγραφίσω με τρία ανθάκια από εδώ και δύο από κει , μπουμπούκια και ωραία πράσινα φύλλα δεν θα είναι σωστό; Θα με μαλώσει η κυρία;
-Καλύτερα να τη ζωγραφίσεις όπως σου λέει εκείνη, και όταν μεγαλώσεις θα τη φτιάξεις όπως θέλεις εσύ, όπως ποθεί η ψυχή σου.
-Εσύ νονά, αγαπάς και τις δύο;
-Ποιες δύο;
-Την αμυγδαλιά της γης που φυτρώνει στο χώμα, και την αμυγδαλιά του Χριστού π΄ ανθίζει στον ουρανό! Γιατί στο κτήμα σας έχετε τόσες πολλές αμυγδαλιές!
-Βεβαίως και τις αγαπώ και τις δύο. Τη μια τη φύτεψε στη γη ο Θεός, που είναι πολύ καλός γεωργός, για να μας δίνει ωραίους καρπούς να τρέφουν το σώμα μας ,και την άλλη τη φύτεψε στον ουρανό, για να τρέφει τη σκέψη και το πνεύμα μας.
-Θα μου δείξεις κι εμένα πώς να φυτέψω μία αμυγδαλιά στη γη, γιατί τώρα που θα φύγετε μακριά στην Αμερική δεν θα σας βλέπω πια, και όταν μεγαλώσω θα ζωγραφίσω την αμυγδαλιά του Χριστού μας.
-Θα ερχόμαστε τα καλοκαίρια, μη στενοχωριέσαι μάτια μου.
-Θα φροντίζω την αμυγδαλιά σου και θα σας περιμένω νονά μου, της απάντησα , καθώς σκούπιζα κρυφά τα δάκρυά μου στο μαντήλι μου, που είχα τυλιγμένο το αντίδωρο.
-Για να δω αν έχω μπόλικη άμμο στο σπίτι, είχα αρκετή μέσα στο πιθάρι στην αυλή, αν δεν την πέταξε ο νονός σου, θα σου δείξω πώς φυτεύουν τα αμύγδαλα, μου απάντησε χαμογελώντας.
Ήρθε η μέρα της σποράς σύντομα. Σε ένα βαθύ ξύλινο καφάσι, έστρωσε η νονά Καλλίτσα υγρή άμμο, κι αφού έκανε λακκούβες 15 εκατοστών εκάστη, μέσα στη καθεμία έριξε από τρία αμύγδαλα.
-Αυτά τα αμύγδαλα είναι διαλεγμένα, έχουν μόνο ένα αμυγδαλάκι μέσα και είναι τα καλύτερα που έχουμε μαζέψει στο κτήμα ψηλά, στη Πέρα Μεριά, μού εξήγησε.
-Και γιατί νονά έριξες μέσα σε κάθε λακκούβα από τρία αμύγδαλα;
-Γιατί, όποιο σκάσει καλύτερα και είναι το πιο δυνατό, εκείνο θα μεταφυτέψουμε στη συνέχεια.
Δεν θυμάμαι πόσο χρονικό διάστημα περίμενα, αλλά μια μέρα με φώναξε χαρούμενη και μου είπε:
- Τρέξε να δεις · έσκασαν τα αμύγδαλα!
Τρία είχαν ανοίξει καλά από τα δώδεκα που είχε φυτέψει.
Αφού τα παρατήρησα καλά στη συνέχεια τα μεταφυτέψαμε σε τρεις γλάστρες , μέσα σε χώμα στεγνό, που είχε φέρει ο νονός μου από το κτήμα τους, σε βάθος 15 εκατοστών.
-Αυτά θέλουν προσοχή είπε. Αν είναι πολύ υγρό το χώμα θα σαπίσουν. Η αμυγδαλιά χρειάζεται ξηρό χώμα γιατί κάνει βαθιές και κάθετες ρίζες και υγραίνονται οι ρίζες της με φυσικό τρόπο ,από την ίδια τη γη. Μόνο το καλοκαίρι, μια φορά τον χρόνο, τις ποτίζουμε στο κτήμα.
-Και πόσο θα μείνουν τα φυτά μέσα στη γλάστρα νονά μου; ρώτησα.
-Θα μείνουν για έναν ολόκληρο χρόνο , και του χρόνου, την παραμονή του Αγίου Αθανασίου, θα τα μεταφυτέψετε με τη μητέρα σου στο δικό σας κτήμα, όπου εσύ θέλεις.
-Και πότε θα κάνουν αμύγδαλα;
-Θα πρέπει να κάνεις υπομονή. Κάθε χρόνο θα μεγαλώνουν και σε τέσσερα χρόνια θα κάνουν αμύγδαλα.
Έφυγε η νονά Καλλίτσα με την οικογένεια της, μετανάστες στο Detroit, και λόγω του πόνου του αποχωρισμού ξεχάσαμε τη τελευταία στιγμή τις γλάστρες με τις αμυγδαλιές μέσα στο παλιό τους αρχοντικό.
Όμως, έμεινε εγχάρακτη στη μνήμη μου η εικόνα με τη θεία αμυγδαλιά, την οποία ζωγράφισα στο μπλοκ ζωγραφικής στο σπίτι, κρυφά από τη δασκάλα μου, ώσπου έμαθα στο κατηχητικό ότι το δίκηρο συμβολίζει την θεία και ανθρώπινη φύση του Θεανθρώπου Χριστού και το τρίκηρο την αδιαίρετο φύση της Αγίας Τριάδος. Πέρασαν τα χρόνια, η νονά δεν γύρισε. Κι όταν ήρθε ένα καλοκαίρι, μετά από πολλά χρόνια στο χωριό, δεν την συνάντησα, γιατί ήμουν ήδη στην Αμερική για σπουδές. Πέρασε η αμυγδαλιά της αλησμόνητης Καλλίτσας τον Ατλαντικό πετώντας και ξαναγύρισε η ψυχή της στο σπίτι της, όταν ο Θεός την κάλεσε δίπλα του.
Έγραψε με έμπνευση ο νεαρός Δροσίνης την ανθισμένη αμυγδαλιά το 1882 , ως δάνδης της εποχής , και περιζήτητος γαμπρός, όταν επέστρεψε από τις σπουδές του στη Γερμανία, εμπνευσμένος από τη φυσική ομορφιά της δεκαεξάχρονης ξαδέλφης του, Δροσίνας Δροσίνη, μαθήτριας του Αρσακείου. Τραγουδάει την αμυγδαλιά της νιότης όλη η Ελλάδα, για περισσότερο από έναν αιώνα τώρα.
Ο νεαρός Γ. Δροσίνης
Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά
΄με τα χεράκια της
και γέμισ΄ από τ΄ άνθη η πλάτη, η αγκαλιά
και τα μαλλάκια της.
Άχ, χιονισμένη σαν την είδα την τρελή,
γλυκά την φίλησα,
της τίναξα όλα τ΄άνθη από την κεφαλή
κι έτσι της μίλησα:
“ Τρελή να φέρεις στα μαλλιά σου τη χιονιά
τ΄ τόσο βιάζεσαι;
Μόνη της θάρθη η άγρια βαρυχειμωνιά
δεν το στοχάζεσαι;
Του κάκου τότε θα θυμάσαι τα παληά
τα παιχνιδάκια σου
θάσαι γρηά με κάτασπρα μαλλιά
και τα γυαλάκια σου....”
-Όχι, η νονά μου δεν είναι καθόλου γριά με άσπρα μαλλιά, είναι νέα και ωραία, είπα στον νονό μου Δημήτρη, τον γιο της, όταν τον συνάντησα ένα καλοκαίρι στη Βαλύρα και μου έδειξε τη φωτογραφία της. Δεν είναι αυτό που φαίνεται στην εικόνα!
Εκείνος χαμογέλασε και με ρώτησε:
-Πώς τη θυμάσαι; όπως ήταν στα νιάτα της; δεν μεγαλώνουν οι άνθρωποι παιδάκι μου;
Ανθισμένη αμυγδαλιά, με αιώνιους κλώνους ηλιακούς, ήταν η αείμνηστη νονά μου Καλλίτσα, πνευματικά καταρτισμένη , που αν και έζησε βίο κοσμικό, ουδέποτε “ετίναξε” τον θείο ανθό από το σοφό κεφάλι της, από τότε που την αναγέννησε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, μέσα στην Αγία Κολυμβήθρα, και και την ανέδειξε, απλώνοντας θείο πέπλο ανθισμένης αμυγδαλιάς , πάνω στο τρυφερό κεφάλι της.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
15/2/2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου