Δημοτικό Σχολείο Βαλύρας. Φωτο: Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων Βαλύρας,
Facebook.com
Σήμερα αντιμετωπίζουμε παγκοσμίως το πρόβλημα του κορονοϊού, αλλά κάθε γενιά, κατά το παρελθόν, βρέθηκε αντιμέτωπη με πολλές και επάρατες ασθένειες, και με την ιατρική-θεραπευτική πρόκληση να τις ξεπεράσει, μεθοδευμένα και αποτελεσματικά. Στη Βαλύρα, το έτος 1958, όταν ο κύριος Γιώργος Φειδάς ήταν δέκα ετών κι εγώ μόλις 6 μηνών, έπληξε τον πληθυσμό του χωριού, ιδίως τα βρέφη, τα νήπια και τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου, ο κοκκύτης, και θύματα αυτής της ασθένειας ήμασταν κι εμείς.
Ο βιοπορισμός, κατά το έτος 1958, ήταν σε καλή τροχιά μετά τον πόλεμο, με εξαίρεση τούτη την βιοφθόρα ασθένεια, που χρειαζόταν το κατάλληλο εμβόλιο και τη σωστή αγωγή για να κοπάσει η εξάπλωσή της. Οι αναλλοίωτες μνήμες στον χρόνο είναι ένας κλαυσίγελως , για όλα τα δρώμενα και τα συμπαρομαρτούντα που συνέβησαν με τον κοκκύτη, ιδίως στο Δημοτικό Σχολείο της Βαλύρας.
-Κάθισε σπίτι να αναρρώσεις πρώτα Γιώργο μου, δεν ακούς τα πλεμόνια σου; παραπονέθηκε η κυρά Όλγα, καθώς μάζευε τα ξόμπλια της, τα σχέδια για τα κιλίμια που ύφαινε στον αργαλειό, αλλά πού να την ακούσει ο Γιώργος!
Το παιδί γνώριζε ότι η ασθένεια κρατάει 100 ημέρες και φοβόταν μη χάσει τη σχολική χρονιά του. Μεγάλη ατυχία και ντροπή συνάμα ήταν να περάσουν οι συμμαθητές του κι εκείνος να επαναλάβει την Τετάρτη Δημοτικού, μαζί με τα Τριτάκια, σε μία εποχή που τα παιδιά βιάζονταν να μεγαλώσουν, να ξεφύγουν από τη μοίρα της πατρικής οικογένειας και να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους. Μαζί με άλλους συμμαθητές του, που είχαν νοσήσει από κοκκύτη, παρακολουθούσαν ανελλιπώς τα μαθήματα, μέχρι που τους πρόδιδε ο βήχας και αναγκαστικά κάθονταν, μέχρι να συνέλθουν λιγάκι, στο προαύλιο του σχολείου. Όμως κι εκεί δεν ήταν επιτρεπτό να βήχουν, μη κολλήσουν τους συμμαθητές τους, γι΄ αυτό έψαχναν να βρουν, όλοι μαζί οι πάσχοντες, ένα απόμερο μέρος για ομαδική εκτόνωση.
Δεν θα έλεγες ότι ήταν ωρυθμός λιονταριού εκείνο που άκουσε ο αείμνηστος Θανάσης Μπάκας, αλλά ότι ήταν κρώξιμο κουκουβάγιας κανένας δεν θα μπορούσε να το αμφισβητήσει, γι΄ αυτό σταμάτησε έξω από το σχολείο, καθώς καβάλα στη μαύρη Φανού του κατευθυνόταν προς τον Μελιγάλα, για να συναντήσει έναν έμπορο. Μάλιστα είχαν συνεννοηθεί με τον Γιάννη Μαρινόπουλο, που Μαρίνη τον έλεγαν, από την προηγούμενη ημέρα, να επισκεφτούν μαζί τον έμπορο για να πετύχουν καλή τιμή στο κριθάρι για τα ζώα, παράλληλα να προμηθευτούν από έναν κοκκοθλάστη ο καθένας, για να τεμαχίζουν τους σπόρους και τους ξηρούς καρπούς, για τη διατροφή των ζώων τους.
Τούτος όμως ο σάλαγος, το ηχολόι και η εκπομπή της περίεργης βουής, σαν κρώξιμο ομίλου από κουκουβάγιες στον χώρο του σχολείου, δεν άφησε αδιάφορο τον Θανάση . Ξεπέζεψε, έδεσε σ΄ ένα δένδρο του σχολείου αριστερά το άλογο, και άρχισε να αφουγκράζεται με προσοχή, για να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει.
-Τι έπαθες; ρώτησε με περιέργεια και ανησυχία ο Μαρίνης και ξεπέζεψε κι αυτός, δένοντας τον “Μαύρο Μπέμπη του" πέντε μέτρα πιο μακριά από τη Φανού, που τον έκοβε με τα αμυγδαλωτά της μάτια και εκείνος χλιμίντριζε χαρούμενος.
-Δεν ακούς; Οι κουκουβάγιες έφυγαν από τον Αη -Γιώργη και έστησαν φωλιά πίσω από το σχολείο.
-Σαν παιδιά που βήχουν κάνουν, παρατήρησε ο Μαρίνης.
-Ποια παιδιά; τα παιδιά είναι στο μάθημα τώρα, δεν έχουν διάλειμμα.
-Μήπως είναι στις τουαλέτες; αναρωτήθηκε ο Μαρίνης.
-Πάμε να δούμε, είπε αποφασιστικά ο Θανάσης ,αγνοώντας, εμπρός στο απρόοπτο γεγονός , το ραντεβού που είχαν προγραμματίσει.
Καθώς περπάτησαν στο προαύλιο, αντίκρισαν από μακριά άδειες τις τουαλέτες, με ορθάνοιχτες τις πόρτες, και υπέθεσαν ότι δεν πρόκειται για τους μαθητές του σχολείου.
-Πάμε να ειδοποιήσουμε τον Διευθυντή, είπε ο Θανάσης.
-Να μας δώσει και καμιά βέργα μακριά, γιατί αν είναι πολλές οι κουκουβάγιες και όπως θα τις κυνηγάμε, μη πέσουν κατά πάνω μας και μας στραβώσουν, είπε ο Μαρίνης.
Η κυρία Ευτυχία Κυριακοπούλου δίδασκε στην Τετάρτη τάξη, παράλληλα κρατούσε μισάνοιχτη την πόρτα της αίθουσας, για να παρακολουθεί τι συμβαίνει δίπλα στο γραφείο του διευθυντή, που απουσίαζε εκείνη την ημέρα και τον αντικαθιστούσε. Με την άκρη του δεξιού της ματιού τούς εντόπισε, καθώς έγραφε στον μαυροπίνακα, διέκοψε το μάθημα, και πήγε αμέσως να τους συναντήσει.
-Κυρία, έχουν μαζευτεί οι κουκουβάγιες από τον Αη -Γιώργη πίσω στα αποχωρητήρια του σχολείου και κρώζουν δυνατά, της είπε ο Θανάσης.
-Ναι, πολύ δυνατά, συμπλήρωσε ο Μαρίνης.
-Μήπως έχετε καμιά μακριά βέργα ή κανένα μακρύ ξύλινο χάρακα να πάμε να τις κυνηγήσουμε; ρώτησε ο Θανάσης.
Και τι δεν είχε στη συλλογή της η κυρία Ευτυχία. Πολλές βέργες, όταν σπάζει η μια να τη διαδέχεται αμέσως άλλη.
Κατέβηκαν βιαστικά τα πλατιά σκαλιά της εισόδου εγχέσπαλοι, πάλλοντας τις σχολικές ράβδους σαν δόρατα στον αέρα, έστριψαν αριστερά, και ανηφόρησαν προς το πίσω μέρος του σχολείου, που είναι οι τουαλέτες. Ο ένας βιγλάτορας έπιασε το πόστο δυτικά και ο άλλος ανατολικά, καθώς με βήμα αργό όδευαν προς τον φράχτη με τα βάτα. Κι ενώ πλησίασαν συνωμοτικά , με γουρλωμένα μάτια και τεταμένη την προσοχή τους, με έναν γδούπο παρουσιάστηκαν εμπρός στους μαθητές, οι οποίοι ήταν μαζεμένοι πίσω από τις τουαλέτες, στο δεσμωτήριο της ντροπής τους. Μόνο που δεν ταξίδεψαν από αναπνευστική εμβολή και καρδιακή προσβολή τα δέκα ταλαίπωρα παιδιά, που εκεί είχαν στήσει το ησυχαστήριο τους , για να εκτονώνουν τον συνεχή βήχα τους, που τους προκαλούσε ο επάρατος κοκκύτης.
-Τι κάνετε εδώ μαζεμένα βοσκάρια; γιατί είστε κρυμμένοι σαν γατονουρές και γδέρνετε τα πνευμόνια σας; τους ρώτησε ο Θανάσης.
Κανένας όμως δεν μίλησε, γιατί προσπαθούσαν όλοι να συγκρατήσουν τον βήχα τους.
Κάποια στιγμή απάντησε ο μεγαλύτερος, που πήγαινε στην Έκτη Τάξη και δασκαλόφερνε. Εκείνου ήταν η ιδέα να έχουν ως ησυχαστήριο τον χώρο πίσω από τις τουαλέτες.
- Κολλήσαμε κοκκύτη και δεν θέλουμε να μείνουμε 100 ημέρες στο σπίτι, για να μη χάσουμε τη σχολική χρονιά. Ο βήχας είναι συνεχής και δεν μπορούμε να τον ελέγξουμε. Δεν μπορούμε να βουλώσουμε, ούτε να στουπώσουμε το στόμα μας για να μην ακούγεται ο συριγμός , όταν εισπνέουμε και είμαστε μέσα στην τάξη, απάντησε βιαστικά, για να προλάβει να εισπνεύσει.
-Οι μαθητές όταν είναι ασθενείς μένουν στο σπίτι τους για να θεραπευτούν, και να μη κολλήσουν τους συμμαθητές τους, τους εξήγησε ο Μαρίνης.
-Μη στενοχωριέστε, θα γίνετε καλά. Ελάτε κάτω στο προαύλιο να συνεννοηθείτε με την κυρία Ευτυχία, ο Διευθυντής απουσιάζει σήμερα, τους είπε αποφασιστικά ο Θανάσης Μπάκας.
Προχώρησαν οι μαθητές βομβηδόν, με βογγητά , κρωξίματα και γογγυσμούς από τον φόβο της τιμωρίας και οι δεσμοφύλακες ακολουθούσαν με το δεξιό μανίκι κολλημένο στο στόμα τους, σαν πρόχειρη μάσκα , για να μη κολλήσουν και οι ίδιοι. Δεν άντεχαν οι πονεμένοι μαθητές σε τούτη τη δωσιδικία να ακολουθήσει ο εξάψαλμος από την κυρία Ευτυχία, το χτύπημα με τη βέργα στα χέρια, και η αποβολή.
Άστραψαν οι οφθαλμοί της δεινής δασκάλας, όταν της ανακοίνωσαν οι δυο σωματοφύλακες τα συμβάντα, και αντίκρισε τις “ κουκουβάγιες” του σχολείου.
Αμέσως κτύπησε το κουδούνι και ζήτησε δάσκαλοι και μαθητές να μαζευτούν εκτάκτως στον προαύλιο του σχολείου, και οι ασθενείς μαθητές δέκα μέτρα πιο μακριά από τους υπόλοιπους.
Ανάμεσα στα αγόρια εμφανίστηκε και μία μαθήτρια της Έκτης Τάξης, που νοσούσε και το έκρυβε επιμελώς, το παρατσούκλι της ήταν “Δενδρογαλή”. Ξεθάρρεψε και παραδέχτηκε δημόσια η Δενδρογαλή ,ότι νοσούσε κι εκείνη από κοκκύτη.
Είπε η αείμνηστη κυρία Ευτυχία, στην ενημερωτική ομιλία της:
Ο βήχας των "100 ημερών", που αφορά τη νόσο του κοκκύτη, είναι μία μεταδοτική ασθένεια. Αρχικά, τα συμπτώματα είναι συνήθως παρόμοια με εκείνα του κρυολογήματος, με ρινική καταρροή, πυρετό και ήπιο βήχα. Αυτό στη συνέχεια ακολουθείται από εβδομάδες σοβαρών σπασμών με βήχα. Μετά από μια παύση του βήχα, μπορεί να εμφανιστεί ένας ήχος σαν κραυγή ή λαχάνιασμα καθώς το άτομο αναπνέει. Ο βήχας αυτός μπορεί να διαρκέσει για 10 ή περισσότερες εβδομάδες , εξ ου και η φράση «βήχας των 100 ημερών». Ένα άτομο μπορεί να βήχει τόσο σκληρά ώστε να κάνει εμετό, να σπάσει ένα πλευρό ή να κουραστεί πολύ από την προσπάθεια. Η χρονική περίοδος μεταξύ μόλυνσης και έναρξης των συμπτωμάτων είναι συνήθως επτά έως δέκα ημέρες .
Είναι αερομεταφερόμενη ασθένεια που μεταδίδεται εύκολα μέσω βήχα και φταρνίσματος από ένα μολυσμένο άτομο. Οι άνθρωποι είναι μολυσματικοί στα άλλα άτομα από την έναρξη των συμπτωμάτων μέχρι περίπου τρεις εβδομάδες στις κρίσεις βήχα. Εκείνοι που παίρνουν αγωγή με αντιβιοτικά δεν είναι πλέον μολυσματικοί μετά από πέντε ημέρες.
Η πρόληψη γίνεται κυρίως από τον εμβολιασμό. Τα αντιβιοτικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την πρόληψη της νόσου σε άτομα που έχουν εκτεθεί και είναι σε κίνδυνο σοβαρής ασθένειας. Σε αυτούς με την ασθένεια, τα αντιβιοτικά είναι χρήσιμα αν ξεκινήσουν να χορηγούνται εντός τριών εβδομάδων από την αρχική εκδήλωση των συμπτωμάτων. Τα πρώτα συμπτώματα δίνουν την εντύπωση ότι το παιδί περνά ένα απλό κρυολόγημα. Παρουσιάζει βήχα, ελαφρό πυρετό, τρέχουν τα μάτια του και η μύτη του. Τα πιο πάνω συμπτώματα διαρκούν 1-2 βδομάδες και στην συνέχεια ο βήχας αρχίζει να γίνεται πιο έντονος και πιο συχνός. Επίσης, ο βήχας αρχίζει να γίνεται παροξυσμικός. Ο βήχας αυτός χαρακτηρίζεται από απότομη εισπνοή αέρα που ακολουθείται με 5-10 προσπάθειες για βήχα. Αυτές οι απανωτές προσπάθειες για βήχα διακόπτονται με απότομη εισπνοή κατά την οποία ακούγεται και ένας χαρακτηριστικός θόρυβος που λέγεται εισπνευστικός συριγμός (1). Οι ασθενείς μαθητές δεν θα χάσουν τη σχολική τους χρονιά, θα δικαιολογηθούν οι απουσίες τους, λόγω ασθένειας. Πρέπει να αποχωρήσουν αμέσως, και όταν επιστρέψουν στο σχολείο, να προσκομίσουν ιατρική βεβαίωση, ότι δεν νοσούν πλέον. Οι κύριοι Αθανάσιος Μπάκας και Ιωάννης Μαρινόπουλος θα τους συνοδεύσουν μέχρι τα σπίτια τους, και θα βεβαιωθούν ότι τους παρέλαβαν και ενημερώθηκαν οι γονείς τους”.
Τα παιδιά έμεναν στις γειτονιές του Μπιζανίου, και στην περιοχή γύρω από τους Ιερούς Ναούς του Αγίου Αθανασίου και της Αγίας Τριάδος.
Μπροστά πήγαιναν οι μαθητές τσιτωμένοι, με κατεβασμένα τα κεφάλια, κρατώντας δύο μεγαλύτεροι έναν μικρούλη της Δευτέρας Τάξης ,που τον έλεγαν καχεκτικό και έτρεμε από τον φόβο του, καθώς ακολουθούσε έφιππη η δυανδρία.
Πέρασαν από την πλατεία, όπου δεν χρειάστηκε να ρωτήσει κανένας τι συμβαίνει, αφού τους άκουσαν να κρώζουν αθέλητα, βιασμένοι και καταναγκασμένοι από τον κοκκύτη, πέρα από τη θέλησή τους.
Στο ύψος του Αγίου Αθανασίου, κατηφόριζε από το Μπιζάνι, μαυροφορεμένη και κουκουλωμένη με τη μαύρη μαντίλα της, η γιαγιά Ανδρεού, που τα είχε “χαμένα” όπως έλεγαν στο χωριό. Έπασχε από ψυχωσική διαταραχή, με έντονα παρανοϊκά στοιχεία, ψευδαισθήσεις και συχνό παραλήρημα. Με διαταραγμένη σκέψη, βρισκόμενη σε σύγχυση, αντίκρισε τα παιδιά και τους δύο καβαλάρηδες που τα συνόδευαν. Το θολό βλέμμα της έπεσε πάνω στα δύο μαύρα άλογα, τη Φανού και τον Μπέμπη, και άρχισε να μοιρολογάει φωναχτά και σπαρακτικά , με αλησμόνητες ποιητικές στροφές , γιατί νόμισε ότι πάνε τα παιδιά στην Αγία Τριάδα για να τα πυροβολήσουν!
- Μαύρη μαυρίλα πλάκωσε... έχε γεια καημένε κόσμε, έχε γεια γλυκιά ζωή, φώναζε σπαρακτικά, και έλεγε το δικό της μοιρολόγι , προσαρμοσμένο στην περίσταση:
Ω! πού σας πάει κακόμοιρα
του Χάρου η φοράδα,
να σας πυροβολήσουμε
μπρος στην Αγια -Τριάδα.
Ο Χάρος παραμόνευε
στη φέξη και στη χάση
σας βρήκε και σας άρπαξε
μες στον Αγιο -Θανάση.
Θυμήθηκε τον άνδρα της που τον σκότωσαν στο χωριό Πλατύ, στον Εμφύλιο Πόλεμο, και που μια ζωή έκρυβε τον μοναχογιό της, για να μη τον δολοφονήσουν οι φονιάδες του πατέρα του . Κι ενώ είχε ηρεμήσει λιγάκι, όταν παντρεύτηκε ο Νικολός της με την Κατίνα Μπατάλια και μετακόμισαν στη Βαλύρα, στο πέτρινο σπίτι τής νύφης της στο Μπιζάνι, υποτροπίασε πάλι, όταν την άφησε μόνη το νιόπαντρο ζευγάρι και μετανάστευσε στη Γερμανία, για μια καλύτερη τύχη. Χτυπούσε η συγχωρεμένη αλύπητα το κεφάλι της πάνω στα κρύα ντουβάρια του σπιτιού, όταν την έπληττε βάναυσα η μοναξιά της, και την έξαρση στα συμπτώματα δεν διαδεχόταν η καταστολή, γιατί η ίδια αρνιόταν να λάβει φαρμακευτική αγωγή. Κατανοητό λόγο δεν της έπαιρνες από το στόμα, η επικοινωνία μαζί της ήταν σχεδόν αδύνατη, αλλά δεχόταν ευχάριστα και τιμούσε το φαγητό που της άφηναν οι γειτόνισσες, πάνω στο ασπρισμένο πεζούλι , στην είσοδο της αυλόπορτας του σπιτιού της.
Σύντομα το εμβόλιο για τον κοκκύτη ήρθε και στο Δημοτικό Σχολείο της Βαλύρας.
Η λεγόμενη βατσίνα γινόταν με τον κοντυλοφόρο της νοσοκόμας, η οποία ερχόταν από την Καλαμάτα ,για να εμβολιάσει όλα τα παιδιά του σχολείου. Τα κορίτσια έκαναν το εμβόλιο στον αριστερό μηρό και τα αγόρια στο αριστερό μπράτσο. Οι γιαγιάδες έσπαγαν ένα καρυδότσουφλο στη μέση, το απολύμαιναν και το τοποθετούσαν γύρω από το εμβολιασμένο δέρμα, για να μη το αγγίζουν τα παιδιά και κακοφορμίσει, γιατί χρειαζόταν χρόνος για να θρέψει το εμβολιασμένο σημείο και πολλές φορές συνοδευόταν από πυρετό.
Τα παιδιά θεραπεύτηκαν σταδιακά από τον κοκκύτη, αλλά ο Χάρος πήρε τη γιαγιά Ανδρεού, σε μακρινό και αγύριστο ταξίδι, πριν επιστρέψει ο Νικολός από τη Γερμανία.
-Μια φωτογραφία της μάνας μου θέλω βρε παιδιά, είπε ο Νικολός όταν προσκύνησε το μνήμα της μάνας του, δίνω 100.000 χιλιάδες δραχμές σε όποιον βρει μια φωτογραφία της μανούλας μου.
Κανένας δεν είχε να του δώσει, κι όπως ο Νικολός, έτσι και οι συγχωριανοί μας, κράτησαν τη συγχωρεμένη γιαγιά Ανδρεού ζωντανή, βαθιά στη μνήμη τους.
Εσείς πώς φοράτε την κουκουβάγια σας; Φωτο:athensvoice.gr
Το κακό με τον κοκκύτη, τον παλιό καιρό , που θέριεψε για να καταπιεί τα μικρά παιδιά της Βαλύρας, αντιμετωπίστηκε με τη βοήθεια του Θεού και τη συστηματική ιατρική έρευνα και κόπασε, μέχρι που μας κτύπησε άλλο νέο, και τάραξε τα ύδατα της ισορροπίας της υγείας μας.
Σε τούτο τον αέναο αγώνα, για τη διατήρηση της ζωής και την υγιή συντήρηση του οργανισμού μας, ασπίδα σωτηρίας αποτελεί η ακράδαντη πίστη μας στον Θεό, ότι “ και αυτή τη φορά, με την αμέριστη βοήθεια και ευσπλαχνία του Ουρανίου Πατέρα μας ,θα τα καταφέρουμε”.
Θερμές ευχαριστίες στον κύριο Γιώργο Φειδά, επιχειρηματία, ο οποίος θυμήθηκε τα γεγονότα με τον κοκκύτη, στο Δημοτικό Σχολείο της Βαλύρας.
Βιβλιογραφία
1. Λήμμα:Κοκκύτης. Paidiatros.com, στη Βικιπαίδεια.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
27/6/2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου