Μεγάλη τύχη στη ζωή μας, κατά την παιδική μας ηλικία, απετέλεσε η παρουσία των αείμνηστων γιαγιάδων μας, που οι ευλογημένες μητέρες μας ακολουθούσαν κατά γράμμα με αγάπη και αφοσίωση , διατηρώντας ως κόρην οφθαλμού τη θρησκευτική μας παράδοση, και τα ήθη και έθιμα του τόπου μας . Η εύρυθμη λειτουργία της οικίας και η κατάλληλη τροφοδοσία της οικογένειας, ώστε να υγιαίνει και να αναπτύσσεται αρμονικά, με βάση τον λόγο του Θεού και τον σεβασμό του φυσικού περιβάλλοντος, λάξευσαν τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας, στα πρώτα τρυφερά χρόνια του βίου μας, και μάς έδωσαν μία γερή βάση επάνω στην οποία στηρίξαμε, ως ενήλικες, το οικοδόμημα της δικής μας οικογένειας.
Στην εποχή μας, που η τεχνολογία έχει τον πρώτο λόγο γιατί εμείς της το επιτρέπουμε -οι ταχύτητες είναι ασύλληπτες καθώς και οι εργασιακές δεσμεύσεις μας- μαραίνονται οι αγαθές διαθέσεις μας εμπρός στις καθημερινές απαιτήσεις, τόσο που δεν έχουμε χρόνο να καθίσουμε και να ανασάνουμε, να σηκώσουμε το βλέμμα και να αντικρύσουμε τον ήλιο που δύει στο κατώφλι μας.
Τα νιάτα βιάζονται για να απολαύσουν στιγμιαία τη ζωή, χωρίς καλά- καλά να αισθανθούν περί τίνος πρόκειται , αφού ο περιορισμένος χρόνος τούς δρομολογεί τάχιστα και ψυχρά σε επόμενους και ατέλειωτους στόχους, διαγράφοντας αέναα έναν κύκλο δέσμευσης, χωρίς ουσιαστική ψυχοπνευματική πρόοδο και προς τον Θεό συνειδητή μεταστροφή.
Μέσα στο σύγχρονο χάος με πρόσωπα και καταστάσεις που οδεύουν προς το τίποτα και πουθενά, η ψυχή αναζητά σταθερά σημεία αναφοράς, εκεί που με σεμνότητα και ομορφιά η σύνδεση με τη θεία Πατρική Αρχή ήταν το πρωτεύον θέμα και ο στόχος μιας ολόκληρης ζωής. Πανέμορφα συναισθήματα πλήρωναν την καρδιά που σαν μικρό παιδί σπαρταρούσε και στον Θεό ήλπιζε, γι΄ αυτό ήταν όλα όμορφα εμπρός στου Κυρίου ημών Ιησού Χριστού τη σωτήρια Γέννηση και Ανάσταση.
Αξέχαστες οικογενειακές στιγμές, μορφές ευλογημένες που αγίαζαν τη βρώση και την πόση με τα τίμια χέρια τους, σε ένα λιτό αλλά άκρως λειτουργικό περιβάλλον, έχουν αποτυπωθεί ανεξίτηλα στη μνήμη μας, παρηγοριά για δύσκολους καιρούς και συνειδητοποιημένα εν Κυρίω γεράματα.
Με τη λειτουργιά στην αγκαλιά, τυλιγμένη σε ασπροκέντημα με διακοσμητικό σταυρό και το μονόγραμμα του Ιησού Χριστού, με το προζύμι στο πήλινο δοχείο να αναπιάνεται συχνά για να μην χάσουμε την ευλογία του Τιμίου Σταυρού, και το θυμίαμα εμπρός στο αναμμένο καντηλάκι στο εικονοστάσι, η κρεβατοκάμαρα ήταν χώρος ιερός για συνάντηση του Θεού με τον άνθρωπο, και φωτοφόρο καρποφορία της γης των χριστεπώνυμων ζευγαριών. Πού να καταφέρει να πατήσει το ποδάρι του ο καταραμένος; Το τσεμπέρι της γιαγιάς ήταν τείχος απόρθητο και της μητέρας η φούστα, η μακριά και καλαίσθητη, μεγαλείο και ανείπωτη σεμνότητα.
Το τραπέζι περίμενε στρωμένο τον πατέρα και τα παιδιά, κι αν το φαγητό ήταν λιγοστό, φάνταζε τόσο πλούσιο, μια στριφτή σπανακοτυρόπιτα στη μασίνα με φύλλο σπιτικό , σπανάκια από τον κήπο και τυρί από το κιούπι, αυγά ελευθέρας βοσκής στο τηγάνι επάνω στη σιδερωστιά, και αφράτες λαλαγγίδες ψημένες σε μπόλικο ελαιόλαδο, περιχυμένες με μέλι της περιοχής, συνέθεταν ένα βασιλικό γεύμα, που η νοστιμιά του ήταν σχέτο μεγαλείο και άπιαστο σημερινό όνειρο, για τους οδοιπόρους των απρόσωπων πόλεων και των οκνηρών πνευμάτων.
Δίπλα στη λάμπα του πετρελαίου οι μανάδες ετοίμαζαν το δείπνο και ολονυχτίς κεντούσαν τα προικιά και του σπιτιού τα όμορφα στρωσίδια.Από τη γη έως τον ουρανό υψωνόταν ο γιούκος της νύφης της προκομένης, με παντός είδους πολύχρωμα υφαντά, φτιαγμένα στον αργαλείο με τα παιδικά χέρια της. Η ζεστασιά κατέκλυζε το σπίτι αλλά και την καρδιά, που σαν περιστέρι φώλιαζε ο έρωτας και ζητούσε διέξοδο και αγαθή έκφραση.
Ο πόνος είχε το σιρωπιασμένο γλυκάκι του και η γειτονιά τον σκοπό της. Μια ραπτομηχανή έφθανε για να βολευτεί όλη η γειτονιά, οι καλές φίλες ανάσαναν τον ίδιο αέρα, πλέκοντας και ράβοντας της ψυχής τους τα όνειρα.
Η φτώχεια ουδέποτε πτόησε τις αείμνηστες γιαγιάδες μας. Εργάζονταν σκληρά στα κτήματά τους, αλλά και δημόσια δεν δίστασαν να ορθώσουν το ανάστημά τους, προσφέροντας στην οικογένειά τους ένα επιπλέον λιγοστό, αλλά άκρως αναγκαίο εισόδημα.
To φωτογραφικό υλικό προέρχεται από την αξιόλογη σελίδα "Παλιές Αναμνήσεις" στο FB.
Ο Θεός μεθ΄ημών,
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
23/7/2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου