Η διάτρητη εικόνα της Παναγίας Βλαχερνών στην Αμφιάλη-Κερατσίνι
Την εποχή του 1950, μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, μία φτωχή οικογένεια από την υπερήφανη αλλά άγονη γη της Λακωνικής Μάνης, μάζεψε τα λιγοστά υπάρχοντά της, τις άγιες εικόνες του σπιτιού, και την κινητή περιουσία της, και εγκαταστάθηκε με τα δύο μικρά παιδιά της, ένα γιο και μια κόρη που δεν είχαν ακόμη εισέλθει στο Δημοτικό Σχολείο, στα χαμόσπιτα της εποχής εκείνης ,γύρω από τον ιερό ναό της Παναγίας Βλαχερνών στην Αμφιάλη στο Κερατσίνι. Σε αυτόν τον Άγιο τόπο της φτώχειας και εργατιάς επιστατεί η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας των Βλαχερνών, η οποία είναι διάτρητη από τις σφαίρες των απίστων. Σήμερα, στην είσοδο του ιερού ναού η Παναγία, με τα σημάδια της κακίας και αθεϊας, στέκει όρθια και λαμπρή, για να μας θυμίζει τη θηριωδία του άλογου νου, τη μισαλλοδοξία των πολιτικών ηγετών του παρελθόντος, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και τα καταστροφικά αποτελέσματα του εμφυλίου πολέμου. Εκεί κοντά, σε μία μικρή και παλιά μονοκατοικία, όλη και όλη τρία δωμάτια, εγκαταστάθηκε η ευλογημένη οικογένεια από τη Μάνη και άρχισε τη ζωή της από την αρχή. Η μοναχοκόρη της οικογένειας, η Ασημίνα, που ήταν ένα πρόσχαρο και φιλικό παιδί, σύντομα συγκέντρωσε γύρω της πολλές φίλες, αλλά ανάμεσα σε αυτές διάλεξε και αγάπησε με όλη την καρδιά της την Ισμήνη, που η μία νικούσε την άλλη στην τρεχάλα και την Ασπασία, που ήταν έξυπνη και διαρκώς οργάνωνε πλάκες, τους έλεγε αστεία για να γελούν και όμορφες ιστορίες για ωραία σπίτια και ακριβά φορέματα, που θα είχαν όταν μεγαλώσουν και σπουδάσουν, γι αυτό έπρεπε διαρκώς να διαβάζουν και ποτέ να μην παίρνουν λιγότερο από άριστα στα μαθήματα.
Πέρασαν τα χρόνια , όμως τα τρία κορίτσια ουδέποτε χωρίστηκαν μεταξύ τους. Μαζί πήγαν στο Γυμνάσιο, στην εκκλησία τις Κυριακές, στο κατηχητικό και στους πρώτους χορούς της εποχής με τους καθωσπρέπει συνοδούς τους. Η Ασημίνα πέρασε στη Γυμναστική Ακαδημία, η Ασπασία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και η Ισμήνη , που για λίγες μονάδες δεν τα κατάφερε στις πανελλαδικές εξετάσεις, γνώρισε ένα εργατικό παλικάρι, έναν αστυνομικό από τη Χαλκίδα, ο οποίος εργαζόταν στην Αθήνα, και παντρεύτηκαν. Απέκτησαν αγαπημένοι δυο κόρες και περιουσία καλή, με ωραία σπίτια και εγκαταστάθηκαν τελικά στο Παλαιό Φάληρο. Η Ασπασία, μόλις τελείωσε τη σχολή παντρεύτηκε με έναν γνωστό πολιτικό μηχανικό, απέκτησαν έναν γιο και μια κόρη και έζησαν κοντά στη Κηφισιά. Η Ασημίνα είχε άλλη τύχη. Της γνώρισε η Ισμήνη ένα φτωχό παλικάρι που έμενε στην Ακτή Θεμιστοκλέους στον Πειραιά , είχε τελειώσει την ιατρική σχολή και παρείχε δωρεάν υπηρεσίες στους πάσχοντες της περιοχής, διαμένοντας στο φτωχόσπιτο , το οποίο είχαν αφήσει οι γονείς του, κοντά στον Άγιο Βασίλειο . Αγαπήθηκαν σφόδρα, ανακαίνισαν και επέκτειναν κατά ένα δωμάτιο κατακόρυφα το πατρικό του γιατρού και εγκαταστάθηκαν εκεί. Με τη βοήθεια του Θεού, ο νεαρός γιατρός βρήκε δουλειά σε γνωστό νοσοκομείο, παράλληλα συνέχισε το έργο της αγαθοεργίας προς τους πάσχοντες της περιοχής του, μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Η Ασημίνα δεν εργάστηκε ως γυμνάστρια, ανέλαβε την ανατροφή των παιδιών τους και δεν παραπονιόταν, γιατί ήταν πολύ ευτυχισμένη με τον καλό της σύζυγο. Απέκτησαν δύο αγόρια, τα οποία ανέθρεψαν με θεία νάματα. Έσπειραν σίτο και ευδοκίμησε μέσα στη φτώχεια και τη στέρηση.
Στα γεράματα, πρώτος έφυγε από τη ζωή ο άνδρας της Ισμήνης, Ακολούθησε ο άνδρας της Ασημίνας και τέλος ο σύζυγος της Ασπασίας. Στα εβδομήντα πέντε τους χρόνια ήταν και οι τρεις τους χήρες. Τίμησαν τους αποθανόντες συζύγους τους με πολλά μνημόσυνα, ευχέλαια στο σπίτι και τρισάγια, μα πάνω από όλα με το ήθος τους. Η φιλία τους ουδέποτε χαλάρωσε. Πάντα υπήρχε η σπίθα της αγάπης που φούντωνε, ενθυμούμενες τον παλιό καλό καιρό, ιδίως στις μεγάλες Χριστιανικές εορτές που μαζεύονταν η μία στο σπίτι της άλλης , στην ονομαστική τους εορτή και στα γενέθλιά τους. Προσέφεραν δώρα αγάπης μεταξύ τους, η μία προσπαθώντας να ψυχολογήσει τι θέλει η άλλη τηλεφωνικώς , και πάντα φρόντιζαν να σκορπίζουν χαρά και αισιοδοξία ,στηρίζοντας επιμελώς και τη νέα γενιά , αφού τα παιδιά τους είχαν συνάψει δυνατές φιλίες μεταξύ τους, όπως αυτές κάποτε, γεγονός που τις ευχαριστούσε ιδιαίτερα.
Μια χρονιά, στα γενέθλια της Ασημίνας, η Ισμήνη με τη δεύτερη κόρη της, την Ελένη, την επισκέφτηκαν στον Πειραιά, για να της ευχηθούν. Η Ελένη, από διακριτικότητα, ουδέποτε είχε μπει όλα εκείνα τα χρόνια στη κρεβατοκάμαρα της κυρίας Ασημίνας. Το σπίτι έχει εσωτερικές σκάλες, και πάντα κάθονταν κάτω στο σαλόνι. Εκείνη όμως την ημέρα φαίνεται πως η κυρία Ασημίνα είχε τους λόγους της και προσκάλεσε την Ελένη να ανέβει τις σκάλες και να δει την ανακαίνιση που έκανε ο δεύτερος γιος της στο σπίτι, μιας και η ίδια έχει σπουδάσει διακοσμητική και είναι πολύ καλή στη δουλειά της.
-Πω! Πω! Τόσες πολλές και ακριβές εικόνες κυρία Ασημίνα μου και όλες κλεισμένες μέσα στη κρεβατοκάμαρα. Σας αρέσουν πολύ φαίνεται, παρατήρησε έκπληκτη η Ελένη, όταν αντίκρισε περισσότερες από τριάντα εικόνες στους τοίχους του υπνοδωματίου.
-Όλες αυτές τις εικόνες που βλέπεις Ελενιώ μου, μού τις χάρισε ο μακαρίτης ο άνδρας μου, μία κάθε χρόνο, στην επέτειο του γάμου μας.
-Αλήθεια; Μόνος του τις διάλεγε;
-Όχι, δεν τις διάλεγε μόνος του. Πηγαίναμε σε τρία- τέσσερα γνωστά μας καταστήματα και ό,τι μου άρεσε το αγόραζε με πολλή χαρά. Δεν υπολόγιζε εκείνη τη μέρα της ζωής μας καθόλου τα χρήματα, κι ας μας έλειπαν!
-Και γιατί τις κρεμούσατε όλες στη κρεβατοκάμαρα; ρώτησε η Ελένη.
-Τις κρεμούσε εκείνος όπου του έδειχνα με το μάτι μου. Θέλαμε να τις βλέπουμε, να μας ξεκουράζουν τη ψυχή όταν ξαπλώνουμε το βράδυ, μετά τη κούραση της ημέρας, να μας δίνουν ελπίδα στις δυσκολίες μας, να ευλογούν τον γάμο και τα παιδιά μας, να μας φυλάνε στον ύπνο από την επήρεια των πονηρών δαιμόνων και να μας χαρίζουν υγεία και χριστιανά τέλη Ελενιώ μου.
-Καλά, και τους δυο γιούς σας πώς τους αποκτήσατε με τόσους Αγίους και Αγγέλους πάνω από το προσκεφάλι σας; Δεν σας ενοχλούσε η θεία επιστασία...μπορούσατε άνετα να έχετε επιθυμητές επιδόσεις...χωρίς να είμαι αδιάκριτη;
-Ακριβώς, έτσι τους αποκτήσαμε! μας ευλόγησε ο Θεός και μας έδωσε καλά παιδιά.
-Δεν μπορώ να το πιστέψω κυρία Ασημίνα μου ότι δεν ντρεπόσασταν να ερωτοτροπείτε και να σας παρακολουθούν οι άγιοι!
-Αχ! Αχ! Ελενιώ μου, εμείς, εκείνη την εποχή, πάντα κάτω από τα σεντόνια βρίσκαμε ο ένας τον άλλο.
-Και νιώθατε ευχαρίστηση;
-Βεβαίως και νιώθαμε πολύ μεγάλη ευχαρίστηση! Ήμασταν πολύ ερωτευμένοι και αγαπούσε ο ένας τον άλλο πάνω από τον εαυτόν του.
-Καλά, κυρία Ασημίνα μου, εσείς είστε ένας μορφωμένος άνθρωπος, είστε καθηγήτρια γυμναστικής και ο σύζυγός σας ήταν ένας πολύ καλός γιατρός. Δεν σας ενοχλούσε να παρουσιάζεστε γυμνοί, εννοώ όταν αλλάζατε τα ρούχα σας εμπρός στους αγίους;
-Άκουσε παιδί μου. Εμείς είχαμε τον νου και τη καρδιά μας στραμμένη στον Θεό. Δεν κοιτούσαμε το σώμα μας. Με το συναίσθημά μας επικοινωνούσαμε μεταξύ μας. Ο μακαρίτης ο άνδρας μου έλεγε πόσο ωραία είσαι Ασημίνα μου, ακόμη κι όταν γέμισα ρυτίδες και μαυρισμένα μάτια, όταν το σώμα μου κατέβαλε ο χρόνος και το γήρας, και η παρενέργεια στο συκώτι μου γέμισε το σώμα μου με άσχημες, μαύρες κηλίδες. Δεν κοιτάζαμε το σώμα ο ένας του άλλου, αλλά ακούγαμε τους κτύπους της καρδιάς του.
Να σε ρωτήσω όμως κι εγώ κάτι, ως δεύτερη μητέρα σου, αφού είσαι η κόρη της αδελφικής φίλης μου;
-Παρακαλώ!
-Εσύ ,καλώς σπούδασες διακοσμητική εσωτερικών χώρων και είσαι άριστη στην εργασία σου. Όμως, όταν πρόσφατα είδα τυχαία τη κρεβατοκάμαρά σου, άρχισα να αναρωτιέμαι για τις προκλητικές φωτογραφίες και τα πόστερ στους τοίχους, το ίδιο διαπίστωσα και στη κρεβατοκάμαρα του μικρού μου γιου που σε αγαπά και σε ακολουθεί κατά γράμμα στη διακόσμηση!
Εσείς, γι αυτά τα προκλητικά θεάματα δεν ντρέπεστε;
-Τι να ντραπούμε κυρία Ασημίνα μου; μοντέρνα τέχνη είναι και διεθνώς αποδεκτή!
-Ναι, αλλά τι σκοπό έχουν όλα αυτά; δεν το καταλαβαίνω.
-Σκοπό έχουν τη δημιουργία ερωτικής ατμόσφαιρας για τη διαιώνιση του γένους των ανθρώπων και τη συχνή επαφή, ώστε να μην αναγκάζεται ο σύντροφος να τρέχει σε ξένες κρεβατοκάμαρες για να ικανοποιήσει την ανάγκη του, είπε μεταξύ σοβαρού και αστείου η Ελένη.
-Καταλαβαίνω! δυστυχώς.... “ανάγκη” είναι πλέον η ερωτική συνεύρεση, όπως η τροφή και η αφόδευση. Βλέπεις, εμείς παιδί μου....τότε νιώθαμε πολλά! Ύστερα ο κόσμος άλλαξε με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, ιδίως στις απρόσωπες πόλεις και μακριά από την εκκλησία. Πάγωσε η καρδιά και ο διάβολος κατέλαβε το σαρκίο.
Αλλιώς θέλαμε ο ένας τον άλλο κάποτε!
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
22/1/2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου