Με τη
γαλανόλευκη επί τάπητος, για όσους ένδοξα σκεπάζει η μάνα γη, κατέβηκε ο ήλιος
στη ξεχασμένη στέγη και φώτισε τα
παραθύρια στα χαλάσματα. Πόσες ένδοξες μνήμες, λύπες και χαρές, κρυμμένες ασφυκτικά
στα φυλλοκάρδια τούτης της ευλογημένης οικίας, θροϊζουν στον άνεμο του αλύπητου
χρόνου, που σαρώνει της νιότης τα ροδοπέταλα , για να τα ανεβάσει ώριμους
καρπούς, σε ουρανό θείο.
Ω! Κυρά γειτόνισσα! Σε θυμάμαι να ξαποσταίνεις στο κατώφλι σου με ένα τσαμπί σταφύλια κι ένα κλαδί ώριμα κορόμηλα. Το τσεμπέρι σου περίτεχνα
δεμένο-κλαρωτό, τότε που ο θάνατος φοβόταν το αετίσιο βλέμμα του τιμημένου συντρόφου σου….
Στην Εκκλησιά τις Κυριακές, με ένα άσπρο
μαντηλάκι περιστόλιστο, το αντίδωρο κρατούσες θησαυρό, να φθάσει σε
τραπέζι ευλογημένο…
Παιδάκι ήμουν...τις ημέρες μας αναπολώ, μανούλα μέλισσα.
Σε στεφάνωσε ο Χριστός
, σε μαρμαρένιο αλώνι. Με ένα σακί σιτάρι κι ένα σταμνί χρυσέλαιο , των αρετών σου
το απόθεμα, πλήρωσες μια θέση στον Παράδεισο.
Το μνήμα δεν σε χώρεσε…φτερά σού έδωσε ο Πολυέλεος,
μια νυχτοπεταλούδα να είσαι στην αυλή , ανήκουστες φωνές ν΄ ακούς, τα παιδικά
σου φτερουγίσματα, στων καιρών μας τα ανείπωτα
σπαράγματα.
Ψυχή είσαι φωτεινή , ούτε μία σπιθαμή γης δεν
εγκατέλειψες…. Τις νύχτες αγρυπνείς και την αυγή προσεύχεσαι…. πλούσιοι είναι οι βλαστοί στη γη που λάτρεψες και
πότισες με δάκρυα χαράς, αείμνηστη
Βαλυριώτισσα.
Κι αν ούτε λίθος
επί γης δεν μείνει στο όμορφο αρχοντικό σου, κυρά μου Γιορτινή , εσύ με αγάπη
θα ζεσταίνεις αιώνια τον αγρό , αγιόκλημα στον φράχτη θα γενείς, να χαιρετίζεις με
ευωδιά, των απογόνων σου γεννήματα..
Ποιος βρήκε
γιατρικό για τον καημό της ομορφιάς που χάνεται, σε έναν κόσμο αλλιώτικο;
Να πάρω λέω το
σκαμνί, και να τα πούμε στη μουριά, με
τα κουκούλια μας για τ΄ ασπροκέντι .Κι άμα κατέβει ο ήλιος στο βουνό, μ΄ ένα φιλί
σε χαιρετώ, με το καλό η μέρα να μας εύρη….κυρά μου Γιορτινή, στη μνήμη δεν αλλάζουν οι καιροί!
Ο Θεός
μεθ΄ημών,
Ευθυμία Η.
Κοντοπούλου
17-11-2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου