Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2022

Χαρείτε Σπουργίτια μου!

 



                     Όταν ο σπουργίτης βλέπει τον Θεό. Φωτο: κα Μαίρη Δημοπούλου




 

Έναν Σεπτέμβριο του 1967, στο Δημοτικό Σχολείο της Βαλύρας , βρήκαμε μαζί με τις συμμαθήτριες μου ένα σπουργίτι νεοσσό, που είχε πέσει καταγής από μία γέρικη ακακία, η οποία κοσμούσε την είσοδο του σχολείου μας, από την αριστερή πλευρά. Αφού κοιτάξαμε προσεκτικά για να δούμε αν υπήρχε κάποια φωλιά πάνω στο δένδρο και δεν είδαμε κάτι, κόψαμε χαρτιά από τα τετράδια μας και φτιάξαμε μία φωλίτσα. Ρίξαμε μέσα φυλλαράκια για στρώμα και αφήσαμε το σπουργιτάκι σε μία τρύπα στον τοίχο του γειτονικού σπιτιού, που συνόρευε με το σχολείο. Μόλις όμως τελείωσαν τα μαθήματα της ημέρας και φεύγαμε για τα σπίτια μας, μία μητέρα είδε το σπουργίτι και είπε:

Γιατί αφήσατε εδώ το σπουργίτι; Θα το φάνε οι γάτες! Όμως δεν

 έκανε εκείνη κάτι , γιατί είχε τρία μικρά παιδιά στο σχολείο και

 βιαζόταν να επιστρέψει στο σπίτι της.

 


  



 

                    Ο γλυκός καρπός των μούρων και ο σπουργίτης.Φωτο:polignosi.com




Επειδή ντρεπόμουν να εκδηλωθώ και να δείξω τη φροντίδα μου προς το μικρό και απροστάτευτο πλάσμα μπροστά σε τόσο κόσμο, έκανα ότι δεν άκουσα και πήρα τον δρόμο της επιστροφής . Στα μισά όμως της διαδρομής , δεν άντεχα που είχε μείνει μόνο του το πουλάκι στο σχολείο , βορά για τις πεινασμένες γάτες, και με την ιδέα ότι θα το κατασπάραζαν , ξαναγύρισα πίσω. Ανακουφίστηκα όταν το είδα να κάθεται ακόμη εκεί, άλλωστε ήταν νεογέννητο και δεν μπορούσε να πετάξει, το πήρα πάνω στη δεξιά μου παλάμη μαζί με τη φωλιά του , χωρίς βέβαια να με δει κανένας, και το μετέφερα προσεκτικά στο σπίτι μου. Άφησα βιαστικά τη σχολική τσάντα πάνω στο πλατύσκαλο της εξώπορτας, και έτρεξα στον κήπο για να δω τι θα κάνω, προσπαθώντας να βρω ένα φυσικό περιβάλλον για το σπουργίτι. Τίποτα όμως δεν ήταν κατάλληλο . Τα λόγια του αείμνηστου παππού μου Γιώργου Γρίβα αντηχούσαν στα αυτιά μου, ότι “αν ένα άγριο νεογέννητο πουλί δεν είναι κοντά στη φυσική μητέρα του για να το ζεσταίνει και να το ταϊζει, θα πεθάνει κατά την ίδια ημέρα”.

Πήγα στο κοτέτσι μας, να δω αν η κλώσα μας το ήθελε. Εκείνη όμως επώαζε τα δικά της αυγά και δεν κουνιόταν από τη θέση της. Τότε ανέβηκα στο πέτρινο πεζούλι της Γιώργαινας, της μητέρας του αείμνηστου Κώστα Σφήκα , για να δω μήπως η δική της κλώσα ήταν διαθέσιμη. Τα αυγά είχαν σκάσει κατά την προηγούμενη ημέρα και τα κοτοπουλάκια κρύβονταν κάτω από τα ζεστά φτερά της μάνας τους τρέμοντας. Πήγα σιγά-σιγά κοντά τους για να μη τρομάξει και με τσιμπήσει η κλώσα της αείμνηστης Γιώργαινας, και άφησα το σπουργιτάκι για υιοθεσία. Εντυπωσιάστηκα που το καλοδέχτηκε η μαμά κλώσα και ούτε κουνήθηκε από τη θέση της.

Βέβαια, παρατύπησα και δεν ενημέρωσα τη γιαγιά Γιώργαινα, γιατί φοβόμουν ότι θα απέρριπτε το σπουργίτι και πάνω στα νεύρα της, μπορεί και να το πετούσε 20 μέτρα μακριά, πάνω στον φράχτη. Άλλωστε αυτό δεν ήταν κατάλληλη επένδυση για τροφή και για πώληση στον κρεοπώλη του χωριού. Αλλά ούτε και στην ευαίσθητη μητέρα μου είπα κάτι, γιατί φοβόμουν ότι θα το άφηνε κάτω από κανένα λουλούδι του κήπου, θεωρώντας το ως μισοπεθαμένο.

Από τον φόβο μου μη με πιάσει στα πράσα η γιαγιά Γιώργαινα και αρχίσει να φωνάζει, ρωτώντας με “τι κάνω στο κοτέτσι της”, ούτε που επισκέφθηκα ξανά το σπουργίτι. Μετά από κάποιες ημέρες, καθώς έπιναν καφέ η μητέρα μου με την αείμνηστη γιαγιά στην αυλή, εκείνη χαμογελούσε καθώς με κοιτούσε κατάματα. Προφανώς με είχε δει που άφησα το σπουργίτι για υιοθεσία και κρατούσε δεόντως τα προσχήματα, γιατί με αγαπούσε κατά βάθος και δεν ήθελε να ντροπιαστώ και να στενοχωρηθώ, γι΄ αυτή μου την πρωτοβουλία, που δεν ζήτησα πρωτίστως την άδειά της.

-Δεν θα το πιστέψεις  Ευγενία μου, είπε. Η κλώσα μου δεν έχει μόνο τα δικά της κοτόπουλα, αλλά κι ένα σπουργίτι βγήκε μέσα από τα αυγά που της έβαλα και κάθεται συνέχεια κάτω από τη κοιλιά της!

-Τι λες; Απάντησε η μητέρα μου, δήθεν έκπληκτη, ενώ κι εκείνη με παρατηρούσε έντονα και πλαγίως.

Μόλις το άκουσα, η παιδική καρδούλα μου άρχισε να κτυπά δυνατά. Δαγκώθηκα από τη ντροπή, αλλά μέσα μου είπα χαρούμενη, Θεέ μου, σώθηκε το σπουργιτάκι. Κρατώντας τα προσχήματα, ρώτησα την αλησμόνητη Γιώργαινα:

-Γιαγιά, μπορώ να δω το σπουργιτάκι;

-Ναι, μου απάντησε χαμογελαστά, από μακριά, μη τρομάξει η κλώσα.



                      Σπουργιτάκια μου! Φωτο: κα Ευγενία Δ. Ντουραμάκου

-Το σπουργίτι ήταν τριχωτό και δοκίμαζε τις φτερούγες του, κάνοντας τα πρώτα του βήματα. Τσιμπούσε με τη μύτη του, έτρωγε πίτουρο και έπινε νεράκι.

Μετά από λίγο καιρό δεν ήταν πλέον εκεί.

-Πού είναι γιαγιά το σπουργίτι; ρώτησα μια ημέρα.

-Τώρα το σπουργίτι! μου απάντησε χαρούμενη. Άνοιξε τις φτερούγες του και πέταξε μέχρι τη χοντρολιά, στο κάτω μέρος του κήπου σας.


                               Το σπουργίτι πέταξε μακριά. Φωτο:isagiastriados.gr


Έτρεξα στην ελιά να δω μήπως ήταν εκεί. Όμως εκείνο είχε ήδη φύγει μακριά, για να ανακαλύψει όλο τον κόσμο.

-Μη στενοχωριέσαι, είπε η μητέρα μου. Θα αφήνουμε τροφή στο πρεβάζι στο παράθυρό σου και όταν δεν θα έχει φαγητό το σπουργίτι, θα έρχεται και θα σου κτυπάει το τζάμι .

-Μαμά, θέλω να σου πω, ότι εγώ έβαλα το σπουργίτι κάτω από την κλώσα, επιτέλους ομολόγησα.

-Το ξέρω, μου απάντησε. Να, πάρε αυτά τα κουλουράκια που έφτιαξα και πήγαινε στη γιαγιά να ζητήσεις συγνώμη.

-Αφού η παμπόνηρη Γιώργαινα έκανε ότι δήθεν θα με δείρει με μία βέργα από λυγαριά, στη συνέχεια ομολόγησε, ότι μία φορά που ήταν μικρή και είχε βρει ένα περιστεράκι μέσα σ΄ ένα σκασμένο αυγό, κάτω από την κλώσα της μάνας της το έβαλε κι εκείνη!

Στο πρεβάζι του παραθύρου μου άρχισε η μεγάλη παρέλαση των πτηνών, προς έκπληξή μου! Τι σπουργίτια, καρακάξες, περιστέρια, ακόμη και μία κουκουβάγια μια νυχτιά ήρθε και κάθισε στο παράθυρό μου. Καθημερινά, μετά το σχολείο, καθάριζα επιμελώς τις κουτσουλιές και σαπούνιζα το πρεβάζι του παραθύρου, για να μη θυμώσει η μητέρα μου και ματαιώσει την εκτροφή των πτηνών! Μια μεγάλη μπουκιά κρατούσα από το τοστ που έτρωγα στο σχολείο, για να τη μοιράζομαι με τους φτερωτούς επισκέπτες μου. Ώσπου τον επόμενο χρόνο, η μηλιά της αυλής έκανε πολλά κλαδιά, καρποφόρησε με πράσινα μυρωδάτα μήλα και ακούμπησε στο παράθυρό μου τους τσακιστούς από τον καρπό κλώνους της.


          Ένα σπουργιτάκι που τρώει πάνω σε φιλικό χέρι.Φωτο: gr.depositphotos.com

-Δεν γίνεται πια να ταϊζεις στο παράθυρο τα πουλιά, εξήγησε η μητέρα μου, γιατί θέλει να κάθεται η μηλιά και να ακουμπάει τα δικά της τα παιδιά.

Κρεμάσαμε δύο δοχεία, ένα με τροφή και ένα με νερό στη χοντρολιά του κήπου και έκτοτε, όσο ζούσα στη Βαλύρα, κατά τη διάρκεια των εγκύκλιων σπουδών μου, πήγαιναν και εύρισκαν εκεί ανακούφιση τα πεινασμένα φτερωτά του χωριού μας.

Σαν πεινασμένο σπουργίτι γύρισα κι εγώ μετά από σαράντα χρόνια στη Βαλύρα, στην αγκαλιά των υπερήλικων γονιών μου. Σαν τα πουλιά που έβρισκαν παρηγοριά στη χοντρολιά του κήπου, αναζήτησα την παλιά γλυκιά τροφή.

-Ξεράθηκε η μηλιά από τον καημό της, είπε δακρυσμένη η μητέρα μου, αλλά φύτρωσε τούτη η φουντωτή πορτοκαλιά, με τα γλυκά της πορτοκάλια και σκέπασε όλη την αυλή! Μοιραζόμασταν τα πορτοκάλια με την αείμνηστη θεία Κάτινα Σφήκα, την άξια νύφη της γιαγιάς Γιώργαινας, ώσπου ταξίδεψε στον Κύριο και εκείνη, όπως και ο αείμνηστος πατέρας μου. Μόνη της έμεινε η πορτοκαλιά στην αυλή, με τόσες όμορφες μνήμες , ενός παρελθόντος που έφυγε ανεπιστρεπτί.


                              Καρποφόρα πορτοκαλιά. Φωτο: gr.depositphotos.com


Χαρείτε σπουργίτια μου!

Έχει η πορτοκαλιά ρίζες γερές, την ευλογεί ο Θεός και τη θρέφει βαθιά η μάνα γη. Στέκεται με πίστη, ελπίδα και αγάπη λυγερή στον παλιό διάκοσμο, περιμένοντας νέες χαρές και γιορτές, στη γεμάτη από νιάτα και ζωή Βαλύρα μας.

Θερμές ευχαριστίες στην κυρία Ευγενία Δ. Ντουραμάκου, για τη ζωή και τη χαρά που δίνει με την παρουσία της στη Βαλύρα του σήμερα, για την ενεργό και σημαντική συμμετοχή και  συμβολή της στα  κοινωνικά δρώμενα του τόπου μας, καθώς και για την χαρακτηριστική της κοινωνικής δράσης της φωτογραφία που μας έστειλε.  Επίσης, στην υπέροχη κυρία Μαίρη Δημοπούλου, την εξαίρετη αγιογράφο από τα Φιλιατρά Μεσσηνίας, που μας έστειλε τη φωτογραφία με το όμορφο σπουργίτι.

 

Ο Θεός μαζί σας!

Ευθυμία Η. Κοντοπούλου

24/9/2022



Δεν υπάρχουν σχόλια: