«Χριστὸς ἐτέχθη» καὶ ἡ Ἐκκλησία μας, βιώνοντας πραγματικὰ τὸ κοσμοσωτήριο αὐτὸ γεγονός, συνεχίζει νὰ ἑορτάζῃ καὶ νὰ πανηγυρίζῃ, τιμῶντας τὰ πρόσωπα ἐκεῖνα ποὺ «ἔζησαν» τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μας. Ἔτσι, λοιπόν, στὰ μεθέορτα, τιμοῦμε τὸν Δαβίδ τὸν Προφητάνακτα, ποὺ τὸν «εἶδε» ὡς ἄσαρκο Λόγο, καὶ προεφήτευσε τὴν γέννησή Του αἰῶνες πρίν, τὸν Ἰωσὴφ τὸν Μνήστορα καὶ τὸν Ἰάκωβο τὸν Ἀδελφόθεο, ποὺ τὸν εἶδαν ὡς ἔνσαρκο Λόγο, τὸν μὲν Ἰωσήφ, ὡς προστάτη τῆς Παναγίας καὶ τοῦ θείου βρέφους, τὸν δὲ Ἰάκωβο, διότι, κατὰ τὴν παράδοση, ἔγινε μάρτυρας τῆς γεννήσεως τοῦ θείου βρέφους, τῆς φυγῆς τῆς ἁγίας οἰκογενείας στὴν Αἴγυπτο καὶ ἄλλων τέτοιων μεγάλων καὶ θαυμαστῶν γεγονότων, καὶ τελικὰ μαρτύρησε ὡς πρῶτος ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων.
Δὲν μᾶς ἀφήνει, λοιπόν, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, τὴν εὐλογημένη αὐτὴν περίοδο, ἀπαραμύθητους καὶ ἀκαθοδήγητους, χωρὶς ὅραμα καὶ ἐλπίδα, ἀλλὰ μᾶς προβάλλει τὶς ἁγίες αὐτὲς μορφές, τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὡς πρότυπα πίστεως καὶ ταπεινώσεως. Πράγματι! Ὑπόδειγμα μετανοίας ὑπῆρξε ὁ Δαβὶδ ποὺ ἁμάρτησε μέν, ἀλλὰ μετενόησε γιὰ τὰ ἁμαρτήματά του εἰλικρινῶς, παραδίδοντας καὶ σὲ μᾶς τὸν ὑπέροχο ψαλμὸ τῆς μετανοίας: «Ἐλέησόν με ὁ Θεός,..», ὥστε, μὲ τὴν σειρά μας, ὄχι μόνον νὰ μὴν ἀπελπιζόμαστε, ὅταν ἁμαρτάνουμε, ἀλλά, ἀντιθέτως, νὰ παραδίδουμε τὸν ἑαυτό μας, ὅλη μας τὴν ὕπαρξη, μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό, γιὰ κάθε μας παράπτωμα, ἐκζητῶντας μὲ ταπείνωση τὸ θεῖο Του ἔλεος.
Μήπως, ὅμως, καὶ ὁ Ἰωσὴφ ὁ Μνήστωρ δὲν ἔδειξε ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό, ὥστε καὶ τὴν Παναγία νὰ προστατεύσῃ καὶ νὰ μὴν τὴν «παραδειγματίσῃ», ὅπως τοῦ ἔλεγε ὁ νοῦς του, καὶ τὸ θεῖο βρέφος, ἐπίσης, νὰ γλυτώσῃ ἀπὸ τὰ νύχια τοῦ Ἡρώδου, ὑπακούοντας, ἀντιστοίχως, σὲ θεῖα ὁράματα, ποὺ τὸν κατηύθυναν ἐνάντια στὶς ἐπιταγὲς τῆς λογικῆς του; Ὅσο γιὰ τὸν Ἰάκωβο τὸν Ἀδελφόθεο, ποιός νὰ γνωρίζῃ, ἄραγε, τί βίωσε κοντὰ στὸ θεῖο βρέφος, τὴν νύχτα τῆς Γεννήσεως, -τὸ ὅλο μυστήριο, τὴν δόξα τῶν ἀγγέλων, τὴν συμμετοχὴ ὅλης τῆς φύσεως, ἄλογης καὶ λογικῆς, στὴν παγκόσμια χαρὰ ὅτι «ἐτέχθη ἡμῖν ὁ Σωτήρ», «ἐπεσκέψατο ἡμᾶς τὸ φῶς καὶ ἡ ἀλήθεια» (οἱ ὑπογραμμίσεις δικές μου). Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ποιός μπορεῖ νὰ φανταστῆ τὸν τρόμο τῆς διώξεως, τὴν νύχτα τῆς φυγῆς στὴν Αἴγυπτο, τὴν χαρὰ τῆς σωτηρίας καὶ τῆς ἐπιστροφῆς καὶ ἄλλα τέτοια θαυμαστὰ καὶ ἄρρητα, ποὺ δὲν μπορεῖ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου νὰ συλλάβῃ ἀλλὰ μόνον ἡ καρδιὰ νὰ νοιώσῃ! Πιστός, λοιπόν, σὲ ὅσα εἶδε καὶ ἔζησε ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος δὲν θέλησε νὰ κάνῃ κανένα συμβιβασμὸ στὴν πίστη του καὶ ἔδωσε τὴν μαρτυρία του, ὡς ἐπίσκοπος, μέχρι τελειώσεώς του διὰ τοῦ μαρτυρίου.
Ἀπὸ τὴν μιά, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει, τὴν Κυριακὴ μετὰ ἀπὸ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τὴν μνήμη προσώπων ποὺ μᾶς ὑποδεικνύουν τὴν ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό, ὅπως ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Ἰάκωβος, καὶ μᾶς προβάλλουν τὴν μετάνοια, ὅπως ὁ Δαβίδ, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀντιπαραβάλλει σ’ αὐτὲς τὶς ἅγιες μορφὲς ἕνα «πρότυπο» διώκτη, ἀπίστου καὶ ἀμετανοήτου, τοῦ βασιλιᾶ Ἡρώδη. Πράγματι, ὁ Ἡρώδης συγκεντρώνει στὸ πρόσωπό του ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ἀπλήστου τυράννου, ποὺ φοβούμενος στὴν ἰδέα ὅτι ἡ ἐξουσία του ἀπειλεῖται, δὲν διστάζει νὰ ἐξολοθρεύσῃ ἀθῶα βρέφη καὶ νὰ σκορπίσῃ τὸν τρόμο καὶ τὴν δυστυχία, ὅπως περιγράφεται στὸ Εὐαγγέλιο αὐτῆς τῆς Κυριακῆς (Ματθ., β’ 13-23): «φωνὴ ἐν Ραμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· Ραχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καὶ οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν.» (ὅ.π., 18).
Εἶναι, ἀλήθεια, σκάνδαλο γιὰ τὴν ἀνθρώπινη λογικὴ ἡ δολοφονία τόσων ἀθώων βρεφῶν. Εἶναι, ὅμως, ἐπίσης, ἀλήθεια ὅτι «ἄλλαι αἱ βουλαὶ τοῦ Ὑψίστου» καὶ ἄλλοι οἱ κανόνες ποὺ ὑπαγορεύουν τὴν λογικὴ τοῦ Θεοῦ, στὴν ὁποία, ὡς ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέμε ὅτι εἴμαστε, καλὸ εἶναι νὰ δείχνουμε ἐμπιστοσύνη, ὅπως ἄλλωστε μᾶς ὑποδεικνύουν, μὲ τὸ παράδειγμά τους, οἱ μορφὲς ποὺ προαναφέραμε, τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ Ἰακώβου, τοῦ Δαβίδ.
Ὅσο γιὰ τὸν Ἡρώδη, ποὺ διέπραξε τὸ τρομερὸ ἔγκλημα τῆς βρεφοκτονίας, εἶχε τὴν εὐκαιρία νὰ ἐπανορθώσῃ μὲ τὴν μετάνοιά του, πρᾶγμα πού, ἀπ’ ὅ τι φαίνεται, δὲν ἔπραξε, γι’ αὐτὸ καὶ πέθανε μαρτυρικά σκωληκόβρωτος. Συνεπῶς, ὁ Ἡρώδης τιμωρήθηκε, ὄχι μόνον διότι δολοφόνησε ἀθῶα βρέφη, ἀλλὰ καὶ γιατὶ παρέμεινε ἀμετάπειστος καὶ ἀμετανόητος μετὰ ἀπὸ τὸ ἔγκλημά του.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁ Ἰωσὴφ ἐπιβραβεύθηκε γιὰ τὴν ἐμπιστοσύνη ποὺ ἔδειξε στὸ θεῖο ὅραμα καὶ γιὰ τὴν ὑπακοή του νὰ φύγῃ κατατρεγμένος στὴν ἔρημο, γιὰ τὴν ὁποία ἀποζημιώθηκε μὲ τὸ νὰ λάβῃ καὶ νὰ κατέχῃ τὸν τίτλο τοῦ προστάτου τῆς μητρός, Παναγίας, καὶ τοῦ βρέφους, Ἰησοῦ. Ἐν τούτοις, παράλληλα μὲ τὴν θεία ὑπακοή, ἐπιβραβεύεται καὶ ἡ ἀνθρώπινη κρίση, διότι ὁ Θεὸς δὲν μᾶς θέλει ἄβουλα ὄντα ἀλλὰ ἐνεργούμενα τῆς θείας χάριτος. Ὅταν, λοιπόν, θεῖο ὅραμα ἐμφανίστηκε καὶ πάλι στὸν Ἰωσὴφ στὴν Αἴγυπτο καὶ τοῦ ζήτησε νὰ ἐπιστρέψῃ «εἰς γῆν Ἰσραήλ», ἐκεῖνος, ὑπήκοος καὶ πάλι τοῦ θείου θελήματος, ἔπραξε, ὅπως τοῦ ὑπεδείχθη. Παράλληλα, ὅμως, «ἀκούσας ὅτι ᾿Αρχέλαος βασιλεύει ἐπὶ τῆς ᾿Ιουδαίας ἀντὶ ῾Ηρῴδου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν.» (ὅ.π. 22).
Ὁ ἀνθρώπινος φόβος, ἡ λογική, ἡ κρίση τοῦ ἔλεγαν νὰ μὴν γυρίσῃ στὴν Ἰουδαία. Τὸ θεῖο ὅραμα τοῦ ἔδωσε τὴν ἀπάντηση καὶ τὸν κατηύθυνε, πράγματι, πρὸς τὴν Γαλιλαία, «χρηματισθεὶς δὲ κατ᾿ ὄναρ ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη τῆς Γαλιλαίας» (ὅ.π.), ποὺ ἔμελλε νὰ γίνῃ ὁ κύριος χῶρος τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου. Συνεπῶς, τὸ μήνυμα εἶναι νὰ εὐθυγραμμίζεται τὸ ἀνθρώπινο μὲ τὸ θεῖο θέλημα, ἤ, καλύτερα, γιὰ κάθε ἀνθρώπινη σκέψη νὰ ζητοῦμε τὴν ἐκ Θεοῦ φώτιση γιὰ τὴν πραγμάτωσή της, ὅπως ἔκανε καὶ ὁ Ἰωσήφ, καὶ νὰ δείχνουμε, ἀσφαλῶς, ἐμπιστοσύνη, στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔστω καὶ ἐὰν αὐτὸ δὲν συμβαδίζῃ μὲ τὸ δικό μας θέλημα.
Τελικά, ἀπὸ τὴν στάση μας ἀπέναντι στὸ θεῖο θέλημα κρίνεται καὶ ἡ πίστη μας. Ἐὰν μὲ ὑπομονὴ καὶ προσευχὴ ζητοῦμε τὴν φώτιση καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου, Ἐκεῖνος εἶναι βέβαιο ὅτι, ἀργὰ ἢ γρήγορα, θὰ ἀπαντήσῃ πρὸς ὄφελός μας. Τὸ θέμα εἶναι νὰ μὴν γινώμαστε μὲ τὸν τρόπο μας Ἡρῶδες, καχύποπτοι, φθονεροὶ καὶ πεισματικὰ ἀμετανόητοι, γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ λάβουμε, ἀργὰ ἤ γρήγορα, τὴν τιμωρία μας ἀπὸ τὸν οὐρανό, τὴν ὁποία, βεβαίως, ἔχουμε οἱ ἴδιοι ἑτοιμάσει μὲ τὴν στάση μας.
Καιρὸς νὰ παραδειγματιστοῦμε ἀπὸ τὴν στάση ζωῆς τῶν τριῶν τιμώμενων, κατὰ τὴν Κυριακὴ μετὰ ἀπὸ τὴν Γέννηση τοῦ Κυρίου, προσώπων, τοῦ Δαβίδ, γιὰ τὴν ταπείνωση και τὴν μετάνοιά του, τοῦ Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος καὶ προστάτου τῆς ἁγίας οἰκογενείας, γιὰ τὴν σταθερή του ἐμπιστοσύνη στὸ θέλημα τοῦ οὐρανοῦ, ὡς καὶ τοῦ δικαίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, ἐπίσης γιὰ τὴν σταθερότητα στὴν πίστη του, γιὰ τὴν ὁποία μαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστό.
Εἴθε καὶ ἐμεῖς νὰ ἐμπνεώμαστε ἀπὸ τέτοια θεοφώτιστα παραδείγματα πιστῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ δίδουμε καθημερινὰ τὴν μαρτυρία μας γιὰ τὸν Κύριο, μὲ πλήρη ἐμπιστοσύνη στὴν ἀγάπη καὶ στὸ ἔλεός Του καὶ μὲ διαρκῆ διάθεση γιὰ μετάνοια, πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ γιὰ τὴν δική μας σωτηρία. Ἀμήν! Γένοιτο!
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος
Ορθόδοξος Πολιτιστικός Σύλλογος "Επάλξεις"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου