Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2024

Νὰ συμπλεύσωμε μὲ τὸν Κύριο!

 


                                                                  Φωτό: Πεμπτουσία

Ὅπως τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ματθαίου, κατὰ τὴν θερινὴ περίοδο, ξεκινάει μὲ τὴν ἀρχὴ τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου καὶ τὴν κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν «παρὰ τὴν λίμνην τῆς Γεννησαρέτ» (Ματθ., δ’ 18-23), ἔτσι καὶ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ, κατὰ τὴν φθινοπωρινὴ περίοδο, ξεκινάει καὶ πάλι «ἀπὸ τὴν ἀρχή», μὲ τὴν κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν ἀπὸ τὸν Κύριο «παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ» (Λουκ. ε’ 1).

Ἐξ ἄλλου, στὴν λειτουργική μας ζωή, ὑπάρχει πάντοτε ἀντιστοιχία μεταξὺ φυσικῶν καὶ πνευματικῶν γεγονότων. Ἔτσι, ἀκριβῶς μετὰ ἀπὸ τὴν Πεντηκοστή, ὅταν ξεκινάει ὁ λειτουργικὸς κύκλος τῆς Ἐκκλησίας μας, μᾶς «ὑποδέχεται» ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, ἀναφερόμενος στὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου στήν «Καπερναοὺμ τὴν παραθαλασσίαν», στήν «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, πέραν τοῦ Ἰορδάνου», γιὰ νὰ διαφωτίσῃ «τὸν λαὸν τὸν καθήμενον ἐν σκότει» (Ματθ., δ’ 13-16).

Μὲ τὸ τέλος τοῦ καλοκαιριοῦ καὶ τὴν ἀρχὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ὁ Ματθαῖος παραδίδει πλέον τὴν σκυτάλη στὸν Λουκᾶ, γιὰ νὰ μᾶς συντροφεύσῃ ἐκεῖνος, μὲ τὰ ἀναγνώσματά του, ὅλο τὸ φθινόπωρο καὶ τὸν χειμῶνα –μὲ μιὰ μικρὴ διακοπὴ τὴν περίοδο τῶν Χριστουγέννων- μέχρι καὶ τὸ ἄνοιγμα τοῦ Τριωδίου, καὶ συγκεκριμένα μέχρι τὴν Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου. Στὴν συνέχεια, τὶς Κυριακὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ μᾶς προετοιμάζουν γιὰ τὸ πάθος τοῦ Κυρίου μας, διαβάζεται ὁ «μικρός» εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος (τὸ μικρότερο Εὐαγγέλιο), καὶ καθ’ ὅλη τὴν χαρμόσυνη περίοδο τῆς Ἀναστάσεως, ἀπὸ τὴν προαναστάσιμη Κυριακὴ τῶν Βαων μέχρι καὶ τὴν Πεντηκοστή, τὴν γενέθλιο ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, διαβάζεται ὁ Εὐαγγελιστὴς τῆς ἀγάπης Ἰωάννης καὶ τἀνάπαλιν.

Οἱ περικοπὲς τοῦ Λουκᾶ, λ.χ. τοῦ ἄφρονος πλουσίου, τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου, τοῦ Τελώνου & Φαρισαίου, τοῦ Ἀσώτου ἤ, ὅπως ἀλλοιῶς ὀνομάζεται, τοῦ φιλεύσπλαγχνου πατρός, διακρίνονται γιὰ τὸ βαθὺ κοινωνικό των περιεχόμενο, γι’ αὐτὸ ὁ Λουκᾶς θεωρεῖται ὁ κατ’ ἐξοχὴν κοινωνικὸς Εὐαγγελιστής.

ς ἐπικεντρωθοῦμε, ὅμως, στὴν περικοπὴ ποὺ διαβάζεται στὴν Ἐκκλησία μας τὴν Α’ Κυριακὴ τοῦ Λουκᾶ καὶ ς ἐπιχειρήσωμε νὰ ἀποκαλύψωμε τὸ δικό της κοινωνικὸ περιεχόμενο (ε’ 1-11). Ὁ Κύριος κηρύττει στὴν γνωστὴ λίμνη Γεννησαρέτ καὶ τὰ πλήθη συνωστίζονται, στὴν κυριολεξία ἔχουν πέσει πάνω Του «τοῦ ἀκούειν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ.» Μόλις λοιπὸν ἀντικρύζῃ «δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην» καὶ τοὺς ἁλιεῖς των νὰ ἔχουν βγῆ ἔξω καὶ νὰ πλένουν τὰ δίκτυά των, ὁ Κύριος δὲν χάνει τὴν εὐκαιρία. Μπαίνει στὸ ἕνα ἀπὸ αὐτά, στοῦ Σίμωνος, καὶ τοῦ ζητάει εὐγενικά  ἠρώτησεν αὐτόν») νὰ ἀπομακρυνθῆ λίγο ἀπὸ τὴν στεριά, ὥστε ὁ Ἴδιος νὰ μπορῆ νὰ κηρύξῃ μέσα ἀπὸ τὸ πλοῖο τὰ πλήθη.

Ἔτσι, πετυχαίνει ὁ ἀγαθὸς Θεὸς καὶ τὰ δύο νὰ οἰκονομήσῃ, καὶ τὰ πλήθη νὰ τὸν βλέπουν καὶ νὰ τὸν ἀκοῦνε καλύτερα, καὶ τοὺς ἁλιεῖς ποὺ τὸν φιλοξένησαν στὸ πλοῖο των νὰ προσεγγίσῃ περισσότερο. Ἀξίζει, πάντως, νὰ παρατηρήσωμε, στὸ σημεῖο αὐτό, κατ’ ἀρχάς, τὴν εὐγενικὴ παράκληση τοῦ Κυρίου, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες τό «ἠρώτησεν αὐτόν», πρὸς τὸν Πέτρο, συγκεκριμένα, καὶ νὰ τονίσωμε ὅτι ὁ Κύριος πάντοτε μᾶς ἀπευθύνει τὴν πρόσκλησή Του προσωπικά, ἔτσι ὥστε καὶ οἱ συνέπειες τῆς ἀνταποκρίσεως, θετικὲς εἴτε ἀρνητικές, νὰ βαρύνουν τὸν καθ’ ἕνα μας προσωπικὰ καὶ ἀποκλειστικά. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, διαφαίνεται, ἐπίσης, καὶ ἡ καταδεκτικότητα τοῦ Πέτρου καὶ τῶν συναδέλφων καὶ συνεργατῶν του ἁλιέων πρὸς τὸν ἄγνωστο ἀκόμη Κύριό των, τὸν Ὁποῖον ἀναβιβάζουν πρόθυμα στὸ πλοῖο των.

Καὶ ὁ Κύριος, ὅμως, μὲ τὴν σειρά του, ἐπιβραβεύει σύντομα τὴν ἄμεση αὐτὴν ἀνταπόκριση τῶν εὐγενικῶν ξενιστῶν στὴν πρόσκλησή Του. Μετὰ ἀπὸ τὸ πέρας τῆς διδασκαλίας Του πρὸς τὸ πλῆθος, καλεῖ τὸν Πέτρο, -γιατί, ἄραγε, πάλι αὐτόν;- νὰ ὁδηγήσῃ τὸ πλοῖο του καὶ πάλι στὸ βάθος καὶ νὰ ῥίξη τὰ δίκτυα «εἰς ἄγραν». Περίεργη προτροπή! Δὲν ξέρει ὁ Κύριος ὅτι ἡ κοινότητα αὐτὴ τῶν ἁλιέων ὅλη τὴν νύκτα ἐκοπίασαν καὶ «οὐδὲν ἔλαβον»; Καὶ τώρα, μόλις ἔπλυναν τὰ δίκτυά των, νὰ τὰ ξαναρρίξουν;

«Ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν». Λέτε νὰ μὴν ξέρῃ ὁ Κύριος σὲ ποιόν («ἐπανάγαγε») καὶ σὲ ποιούς («χαλάσατε») ἀπευθύνεται; Ἀφοῦ εἶναι Παντογνώστης, ἀσφαλῶς καὶ γνωρίζει. Δοκιμάζει, ὅμως, τὴν δική των ἑτοιμότητα: Ἐὰν δὲν ἦσαν πρόθυμοι νὰ κάνουν καὶ τὸ δεύτερο, μετὰ ἀπὸ τὴν δεκτικότητά των, βῆμα, δηλαδὴ νὰ τὸν ὑπακούσουν κιόλας, τότε πῶς θὰ ἦταν ἄξιοι νὰ γίνουν οἱ μελλοντικοί Του μαθητὲς καὶ μάλιστα ὁ στενός Του κύκλος;

Ὁ Σίμων, βεβαίως, καὶ οἱ ἄλλοι, ἀπ’ ὅ τι φαίνεται, σπεύδουν νὰ ὑπακούσουν, ξεπερνῶντας τὶς λογικές των ἀμφιβολίες: «(ν καὶ δὲν νομίζω ὅτι θὰ πετύχω, -ουμε κάτι καλύτερο ἀπὸ πρίν), (ἐν τούτοις) ἐπὶ δὲ τ ῥήματί σου, χαλάσω τὸ δίκτυον.» Ἀξιοθαύμαστη, πράγματι, ἡ ῥήση τοῦ Πέτρου! Αὐτὸς παίρνει τὴν ἀπόφαση, οἱ ἄλλοι ἀκολουθοῦν. Καί, ὦ τοῦ θαύματος! «τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ.» (ὅ. π. 6)

Αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός μας: «τὰ ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις» Ἐκεῖνος τὰ κάνει δυνατά, ἀρκεῖ καὶ μεῖς νὰ συγκατατεθοῦμε στὴν θέλησή Του. Ἀρκεῖ νὰ κάνωμε καὶ ἐμεῖς τὰ βήματα ποὺ ἔκαναν οἱ μαθητές Του: ἀρχικά, νὰ τὸν δεχθοῦμε στὸ πλοῖο τῆς ζωῆς μας καὶ νὰ ἀκούσωμε πρόθυμα τὸν λόγο Του. Στὴν συνέχεια, νὰ ὑπακούσωμε στὴν προτροπή Του «νὰ ἐπανέλθωμε στὸ βάθος», νὰ ξαναβουτήξωμε πιὸ βαθιά, καὶ τότε θὰ ἐντυπωσιαστοῦμε τόσο ἀπὸ τὸ ἀποτέλεσμα, ἀπὸ τὴν μεγάλη ψαριά, ὅσο καὶ ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτθάμβος περιέσχεν αὐτούς…», ὅ. π. 9), ὥστε νὰ θελήσωμε νὰ κάνωμε καὶ τὸ τρίτο καὶ κρισιμώτερο γιὰ τὴν σωτηρία μας βῆμα, νὰ ἀφήσωμε καὶ ἐμεῖς «ἅπαντα» καὶ νὰ Τὸν ἀκολουθήσωμε.

Ὁ Κύριος, βεβαίως, γνωρίζει τοὺς δισταγμοὺς καὶ τὶς ἀγκυλώσεις μας, γι’ αὐτὸ μᾶς ἐνθαρρύνει, ὅπως τὸν Πέτρο: «μὴ φοβοῦ ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ  ζωγρῶν.» (ὅ. π. 11). Ὁ Πέτρος ἀφέθηκε στὴν χάρη τοῦ Κυρίου καὶ ἔγινε, πράγματι, ἁλιεύς λογικῶν ἰχθύων, πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ γιὰ τὴν δική του σωτηρία. Τὸ ἴδιο καὶ οἱ πρώην συναλιεῖς καὶ «κοινωνοί» του, καὶ μετέπειτα κοινωνοὶ τῆς χάριτός Του, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης.

Ἐὰν πάρωμε καὶ ἐμεῖς τὴν μεγάλη ἀπόφαση, ὅπως οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου, τότε, μὲ τὴν βοήθειά Του πάντοτε καὶ μὲ τὴν δύναμη τῆς θείας χάριτος, ὄχι μόνον θὰ ἀπαγκιστρωνώμαστε σταδιακὰ ἀπὸ τὶς δικές μας ἀνασφάλειες καὶ ἁμαρτωλὲς δεσμεύσεις, ἀλλὰ θὰ λάβωμε τὴν εὐλογία νὰ ἁλιεύωμε καὶ ψυχὲς γιὰ τὸν Κύριο, πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ γιὰ τὴν δική μας καὶ τὴν δική των σωτηρία.

Δὲν μένει, λοιπόν, παρὰ νὰ ἀνταποκριθοῦμε μὲ προθυμία καὶ πλήρη ἐμπιστοσύνη στὸ κάλεσμά Του, καλῶντας Τον καὶ ἐμεῖς μὲ τὴν σειρά μας, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας (Α’ Κορ., ιστ’ 13-24), «ἔρχου, Κύριε». Ἔλα, Κύριε, ἀνέβα στὸ πλοῖο τῆς ζωῆς μας καὶ κυβέρνησέ το ἐσὺ καὶ ὁδήγησέ το σὲ ἀσφαλῆ ὁδὸ σωτηρίας, στὸν λιμένα τῆς αἰωνίου Σου Βασιλείας. Ἀμήν! Γένοιτο!

Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος - θεολόγος

 Oρθόδοξος Πολιτιστικός Σύλλογος "Επάλξεις"

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: