Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2025

Ο Εγωισμός: Διεπιστημονική Ανάλυση υπό το Φως της Ορθοδόξου Πατερικής Θεολογίας

 

 

Εισαγωγή

Ο εγωισμός δεν αποτελεί απλώς ένα ηθικό ελάττωμα ή μια ψυχολογική τάση, αλλά μια ολιστική στάση ύπαρξης που διαπερνά τη σκέψη, το συναίσθημα, τη συμπεριφορά και τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό και τον πλησίον. Η παρούσα μελέτη επεκτείνει τη διεπιστημονική προσέγγιση του εγωισμού, χωρίς να απολέσει τη θεολογική της κατεύθυνση, και επιχειρεί να δείξει ότι οι κοσμικές επιστήμες περιγράφουν, ενώ η Ορθόδοξη Πατερική Παράδοση θεραπεύει.

1. Φιλοσοφική Θεώρηση του Εγωισμού

1.1 Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία

Στην αρχαία ελληνική σκέψη, ο εγωισμός συνδέεται άρρηκτα με τη διατάραξη της εσωτερικής αρμονίας της ψυχής. Ο Πλάτων, στην Πολιτεία, περιγράφει την ψυχή ως τριμερή (λογιστικό, θυμοειδές, επιθυμητικό). Όταν το επιθυμητικό κυριαρχεί, ο άνθρωπος στρέφεται προς τον εαυτό του και τα πάθη του, γεγονός που οδηγεί σε αδικία τόσο εντός του όσο και στην πόλη (ψυχή). Ο εγωιστής, κατά Πλάτωνα, είναι τελικώς ανίκανος να γνωρίσει το αγαθό (τον Θεό).

Ο Αριστοτέλης προχωρά σε λεπτότερη διάκριση. Στα Ηθικά Νικομάχεια, αναγνωρίζει έναν «κακό εγωισμό», όπου το άτομο επιδιώκει προσωπικά οφέλη εις βάρος των άλλων, αλλά και έναν «καλό εγωισμό», όπου ο άνθρωπος επιλέγει την αρετή και το αγαθό. Ωστόσο, ακόμη και αυτή η θετική φιλαυτία παραμένει εντός του πλαισίου της αυτάρκειας και δεν υπερβαίνει το πρόσωπο προς την κοινωνία αγάπης.

Συμπέρασμα 1.1: Η αρχαία φιλοσοφία εντοπίζει τον εγωισμό ως πρόβλημα τάξης και μέτρου, αλλά δεν τον συνδέει με την πνευματική  μεταμόρφωση από τον Θεό.

1.2 Νεότερη Φιλοσοφία

Στη νεότερη φιλοσοφία ο εγωισμός παύει να θεωρείται απλώς ηθική εκτροπή και μετατρέπεται σε δομικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο Thomas Hobbes περιγράφει τον άνθρωπο ως ον που κινείται πρωτίστως από το προσωπικό του συμφέρον. Στο φυσικό του καθεστώς, ο άνθρωπος επιδιώκει την επιβίωσή του ακόμη και εις βάρος των άλλων, γεγονός που γεννά σύγκρουση και φόβο. Ο εγωισμός εδώ δεν είναι πάθος αλλά φυσικός νόμος, και η κοινωνία οργανώνεται ως μηχανισμός περιορισμού του.

Ο Jean-Jacques Rousseau διαφοροποιείται, διακρίνοντας την «αγάπη του εαυτού» (amour de soi) από τον εγωισμό (amour-propre). Ο δεύτερος γεννάται κοινωνικά, μέσω της σύγκρισης και της επιθυμίας αναγνώρισης. Ήδη εδώ διαφαίνεται ότι ο εγωισμός δεν είναι απλώς ατομικός αλλά σχεσιακός και  κοινωνικός.

Στον Immanuel Kant, ο εγωισμός υπερβαίνεται θεωρητικά μέσω του κατηγορικού προσταγμάτος. Ο άνθρωπος καλείται να πράττει όχι σύμφωνα με το προσωπικό του όφελος αλλά σύμφωνα με τον ηθικό νόμο που θα μπορούσε να γίνει καθολικός. Ωστόσο, αυτή η υπέρβαση παραμένει καθαρά λογική και όχι υπαρξιακή ή μεταμορφωτική.

Συμπέρασμα 1.2: Η νεότερη φιλοσοφία είτε κανονικοποιεί είτε ρυθμίζει τον εγωισμό, χωρίς να τον θεραπεύει οντολογικά.

2. Ψυχολογική Προσέγγιση του Εγωισμού

2.1 Ψυχαναλυτική Θεώρηση: Εκείνο (Id), Εγώ (Ego) και Υπερεγώ (Superego)

Στην ψυχαναλυτική θεωρία του Freud, η ψυχική ζωή οργανώνεται γύρω από τρεις δομές: το Εκείνο (id), το Εγώ (ego) και το Υπερεγώ (superego). Το Εκείνο εκφράζει τις ενστικτώδεις, εγωκεντρικές επιθυμίες για άμεση ικανοποίηση. Το Υπερεγώ αντιπροσωπεύει τους εσωτερικευμένους κανόνες, τις απαγορεύσεις και τις κοινωνικές επιταγές.

Το Εγώ λειτουργεί ως ρυθμιστής, σαν ζυγαριά, προσπαθώντας να ισορροπήσει τις απαιτήσεις του Εκείνου και τις πιέσεις του Υπερεγώ. Όταν το Εκείνο κυριαρχεί, εμφανίζεται ο παρορμητικός, ναρκισσιστικός εγωισμός. Όταν το Υπερεγώ γίνεται υπερβολικά αυστηρό, το άτομο μπορεί να οδηγηθεί σε ενοχή και άκαμπτη  νευρωσική συμπεριφορά.

Συμπέρασμα 2.1: Ο εγωισμός στην ψυχανάλυση δεν είναι ηθική αποτυχία, αλλά δυσλειτουργία ισορροπίας, χωρίς όμως υπαρξιακό διέξοδο.

2.2 Ανθρωπιστική και Υπαρξιακή Ψυχολογία

Στην ανθρωπιστική ψυχολογία, ο εγωισμός επανερμηνεύεται ως ανάγκη αυτοπραγμάτωσης. Ο Maslow θεωρεί ότι ο άνθρωπος επιδιώκει την ολοκλήρωση, όμως όταν αυτή αποσυνδέεται από τη σχέση με τον Άλλο, μετατρέπεται σε εγωκεντρισμό. Ο Rogers τονίζει τη σημασία της ενσυναίσθησης (κατανοήσης του ρόλου του άλλου), ως αντίβαρο στον εγωισμό.

Συμπέρασμα 2.2: Η ψυχολογία αναγνωρίζει την ανάγκη του εαυτού, αλλά αδυνατεί να τον υπερβεί θεολογικά.

3. Κοινωνιολογική Ανάλυση του Εγωισμού

Η κοινωνιολογική προσέγγιση του εγωισμού εστιάζει όχι τόσο στις εσωτερικές διαθέσεις του ατόμου, όσο στα κοινωνικά πλαίσια που τον καλλιεργούν, τον ενισχύουν ή τον νομιμοποιούν.  Ο άνθρωπος νοείται πρωτίστως ως αυτόνομο και αυτάρκες άτομο, φορέας δικαιωμάτων, επιλογών και προσωπικών σχεδίων ζωής.

Η μετάβαση από την παραδοσιακή κοινότητα στη μαζική κοινωνία συνοδεύεται από αποδυνάμωση των δεσμών συγγένειας, γειτονίας και εκκλησιαστικής ζωής. Ο Émile Durkheim είχε ήδη επισημάνει ότι η αποσύνδεση του ατόμου από το συλλογικό πλαίσιο οδηγεί σε «ανομία», κατάσταση όπου ο άνθρωπος καθοδηγείται αποκλειστικά από τις προσωπικές του επιθυμίες. Ο εγωισμός εδώ δεν είναι συνειδητή επιλογή αλλά αποτέλεσμα κοινωνικής αποδιάρθρωσης.

Στη σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία, ο εγωισμός ενισχύεται μέσω της λογικής της αγοράς. Η ταυτότητα συγκροτείται γύρω από το «καταναλώνω», «επιλέγω», «επενδύω στον εαυτό μου». Διαφημιστικά μηνύματα και ψηφιακά μέσα προβάλλουν την αυτοϊκανοποίηση ως ύψιστο αγαθό. Παραδείγματα αποτελούν:

  • η εργασιακή κουλτούρα του ανταγωνισμού, όπου ο άλλος γίνεται εμπόδιο,

  • η μετατροπή των σχέσεων σε μέσα προσωπικής επιβεβαίωσης,

  • η κοινωνική δικτύωση, όπου η αυτοπροβολή αντικαθιστά τη γνήσια κοινωνία προσώπων.

Ο Zygmunt Bauman περιγράφει τον σύγχρονο άνθρωπο ως «τουρίστα των σχέσεων», ο οποίος αποφεύγει τη δέσμευση για να μη θιγεί η προσωπική του ελευθερία. Έτσι, ο εγωισμός εκδηλώνεται ως φόβος θυσίας, αδυναμία συγχώρησης και αποφυγή ευθύνης για τον άλλον.

Ιδιαίτερη σημασία έχει και η κοινωνιολογία της θρησκείας. Σε πολλές περιπτώσεις, ακόμη και η πίστη εργαλειοποιείται: ο Θεός αντιμετωπίζεται ως μέσο προσωπικής ευημερίας, επιτυχίας ή ψυχολογικής ανακούφισης. Πρόκειται για μορφή «πνευματικού εγωισμού», όπου το άτομο παραμένει κέντρο και όχι ο Θεός ή η κοινότητα.

Συμπέρασμα 3: Ο κοινωνιολογικός εγωισμός δεν είναι απλώς ατομικό ελάττωμα, αλλά προϊόν κοινωνικών δομών που απολυτοποιούν το άτομο. Η υπέρβασή του προϋποθέτει αποκατάσταση της κοινότητας και μετατόπιση από το «εγώ» στο «εμείς».

4. Ανθρωπολογική Προσέγγιση

Η ανθρωπολογία αποκαλύπτει ότι ο εγωισμός δεν αποτελεί καθολικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, αλλά διαμορφώνεται πολιτισμικά. Σε παραδοσιακές κοινωνίες, το άτομο νοείται πρωτίστως ως μέλος κοινότητας. Η ταυτότητα συγκροτείται μέσω συγγένειας, τελετουργιών και συλλογικής μνήμης.

Ο Marcel Mauss δείχνει, μέσω της θεωρίας του δώρου ότι η ανταλλαγή δεν είναι οικονομική αλλά σχέσης. Η ιδιοτέλεια περιορίζεται από το καθήκον   της προσφοράς. Αντιθέτως, στις δυτικές κοινωνίες, η αποκοπή από την κοινότητα ενισχύει τον ατομικισμό και τον εγωισμό.

Παράδειγμα αποτελεί η αντιμετώπιση της ασθένειας ή του γήρατος: σε κοινοτικές κοινωνίες βιώνεται συλλογικά, ενώ στη σύγχρονη κοινωνία συχνά απομονώνεται.

Συμπέρασμα 4: Ο εγωισμός δεν είναι αναπόφευκτος· είναι πολιτισμικό προϊόν.

5. Ο Εγωισμός στην Αγία Γραφή

Η Αγία Γραφή προσεγγίζει τον εγωισμό πρωτίστως ως θεολογικό και υπαρξιακό γεγονός. Ο εγωισμός ταυτίζεται με την αποκοπή του ανθρώπου από τη ζωντανή κοινωνία με τον Θεό και με την απόπειρα αυτονομήσεως του κτιστού. Η Ορθόδοξη Πατερική Θεολογία  αποκαλύπτει ότι ο εγωισμός δεν αποτελεί απλώς χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, αλλά έκφραση της πτώσεως του ανθρώπου, δηλαδή της αυτονομήσεώς του από τον Θεό. Η βιβλική εμπειρία  υποστηρίζει ότι ο εγωισμός ταυτίζεται με την αυτοθέωση και την απώλεια της κοινωνίας, ενώ η πατερική παράδοση τον προσδιορίζει ως φιλαυτία – άλογη αγάπη προς τον εαυτό – που γεννά όλα τα πάθη και αλλοιώνει τις δυνάμεις της ψυχής.

Πατερικά–Βιβλικά χωρία:

«Ἡ ἀρχὴ πάσης ἁμαρτίας ὑπερηφανία.» (Σειρ. 10:15)

Η αρχή κάθε αμαρτίας είναι η υπερηφάνεια.

Η Πτώση (Γεν. 3) ερμηνεύεται ως πράξη αυτοθεώσεως:

«ἔσεσθε ὡς θεοί» (Γεν. 3:5)

Θα γίνετε σαν θεοί.

Στην Καινή Διαθήκη, ο Χριστός αντιπαραθέτει την οδό της κενώσεως:

«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν.» (Ματθ. 16:24)

Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εγωκεντρικό εαυτό του.

Συμπέρασμα 5: Ο εγωισμός στη βιβλική θεολογία είναι ρήξη κοινωνίας και θεραπεύεται μόνο διά της ταπεινώσεως.

6. Ο Εγωισμός στη Φιλοκαλία

Στη Φιλοκαλία ο εγωισμός προσδιορίζεται ως φιλαυτία, δηλαδή άλογη και παρά φύσιν αγάπη προς τον εαυτό.Η Φιλοκαλία  αναδεικνύει με ιδιαίτερη ακρίβεια ότι ο εγωισμός δεν θεραπεύεται με ηθική αυτοβελτίωση ή ψυχολογική ισορροπία, αλλά με πνευματική μεταμόρφωση. Η ταπείνωση, η υπακοή, η άρνηση του ιδίου θελήματος και η ένταξη στην εκκλησιαστική κοινωνία συνιστούν τη θεραπευτική οδό που αποκαθιστά τον άνθρωπο ως πρόσωπο και όχι ως αυτάρκες άτομο.

Πατερικά χωρία:

«Φιλαυτία ἐστὶν ἡ ἄλογος τῆς σαρκός φιλία.» (Ἅγ. Μάξιμος Ὁμολογητής)

Φιλαυτία είναι η παράλογη αγάπη προς τον σαρκικό εαυτό.

«Ἐκ φιλαυτίας τὰ πάθη πάντα συνέστηκεν.» (Ἅγ. Μάξιμος)

Από τη φιλαυτία συγκροτούνται όλα τα πάθη.

Η φιλαυτία γεννά φιληδονία, φιλαργυρία και φιλοδοξία και αλλοιώνει τις δυνάμεις της ψυχής.

Συμπέρασμα 6: Η φιλαυτία είναι η ρίζα του εγωισμού και θεραπεύεται μόνο ασκητικά και εκκλησιαστικά.

7. Ο Εγωισμός στην Κλίμακα του Αγίου Ιωάννου Σιναΐτου

Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος περιγράφει τον εγωισμό κυρίως ως υπερηφάνεια , η οποία απομακρύνει τον άνθρωπο από  τον Θεό και τον ενώνει με δαιμόνιους λογισμούς που υπηρετούν την φιλαυτία και τον ναρκισσσισμό του. Με την υπακοή ενταφιάζεται το ιδιοτελές θέλημα και ο άνθρωπος με αγάπη οδεύει προς το κατ΄ομοίωσιν με τον Τριαδικό Θεό, μέσα από την προσφορά αγάπης προς τον πλησίον.Απαρνιέται τον ευατόν του, δηλαδή την φιλαυτία και τα πάθη του.

Πατερικά χωρία:

«Ὑπερηφανεία ἐστὶν ἄρνησις Θεοῦ, εὕρεσις δαιμόνων.» (Κλίμαξ, Λόγος ΚΓʹ)

Υπερηφάνεια είναι η άρνηση του Θεού και εφεύρεση των δαιμόνων.

«Ὅπου πεπτωκυῖα ἡ ὑπερηφανεία, ἐκεῖ καὶ ὁ διάβολος.»

Όπου υπάρχει υπερηφάνεια, εκεί βρίσκεται και ο διάβολος.

Αντίδοτο είναι η υπακοή:

«Ὑπακοὴ ἐστὶν ταφή θελήματος.»

Υπακοή είναι ο ενταφιασμός του ιδίου θελήματος.

Συμπέρασμα 7: Η ταπείνωση δεν είναι ψυχολογική αυτοϋποτίμηση αλλά καρπός χάριτος. Ο εγωισμός αποδεικνύεται το κατεξοχήν εμπόδιο στη θέωση του ανθρώπου, διότι εγκλωβίζει την ύπαρξη στο «εγώ», σε μία επίπλαστη διάνοια με περιορισμένα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, καλεί τον άνθρωπο σε υπέρβαση του εγωκεντρισμού και σε είσοδο στην κοινωνία της αγάπης, όπου ισχύει ο αποστολικός λόγος:

«ἐγὼ δὲ οὐκέτι ζῶ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2:20).

 Επίλογος

Η παρούσα μελέτη ανέδειξε τον εγωισμό ως πολυδιάστατο φαινόμενο, το οποίο διαπερνά τη φιλοσοφία, την ψυχολογία, την κοινωνία και τον πολιτισμό. Οι κοσμικές επιστήμες προσέφεραν πολύτιμες περιγραφές και ερμηνείες, ωστόσο κατέστη σαφές ότι αδυνατούν να προτείνουν οντολογική θεραπεία του εγωισμού.

Η Ορθόδοξη Πατερική Θεολογία αποκάλυψε ότι ο εγωισμός δεν είναι απλώς χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, αλλά έκφραση της πτώσεως και της αυτονομήσεως του ανθρώπου από τον Θεό. Η φιλαυτία, ως άλογη αγάπη προς τον εαυτό, αποτελεί τη ρίζα των παθών και την πηγή της υπαρξιακής αλλοτρίωσης.

Η Αγία Γραφή παρουσίασε τον εγωισμό ως αυτοθέωση, ενώ η Φιλοκαλία και η Κλίμακα ανέδειξαν την ασκητική και εκκλησιαστική θεραπεία του: ταπείνωση, υπακοή, προσευχή και αγάπη. Ο άνθρωπος καλείται να μεταβεί από το «εγώ» στο «εμείς» και τελικά στο «ἐγώ δὲ οὐκέτι ζῶ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός».

Συνοψίζοντας, ο εγωισμός θεραπεύεται όχι με ηθική προσπάθεια αλλά με μετοχή στη χάρη του Θεού. Εκεί, ο άνθρωπος παύει να υπάρχει ως απομονωμένο άτομο και αναγεννάται ως πρόσωπο εν κοινωνία, βρίσκοντας την αληθινή του ελευθερία και πληρότητα.

Βιβλιογραφία  

Aristotle. (2009). Nicomachean Ethics (W. D. Ross, Trans.). Oxford University Press.

Bauman, Z. (2000). Liquid modernity. Polity Press.

Freud, S. (1961). The ego and the id (J. Strachey, Trans.). W. W. Norton. (Original work published 1923)

Kant, I. (1993). Groundwork of the metaphysics of morals (H. J. Paton, Trans.). Routledge. (Original work published 1785)

Maslow, A. H. (1968). Toward a psychology of being. Van Nostrand.

Mauss, M. (2006). The gift (W. D. Halls, Trans.). Routledge. (Original work published 1938)

Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. (1982). Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν (Τόμ. Α΄). Εκδ. Πατερικαί.

Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης. (1980). Κλίμαξ. Ι. Μ. Παρακλήτου.

Ἡ Ἁγία Γραφή. (1997). Ἀποστολικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

-Λόγος Θείου Φωτός

Δεν υπάρχουν σχόλια: